Κάποτε που του βάλανε να φάει στο πήλινο πιάτο, του ξέφυγε από τα χέρια, έπεσε κι έσπασε. Η νύφη του άρχισε τότε να τον μαλώνει πως όλα τα χαλάει στο σπίτι και σπάει τα πιάτα. Τέλος, του είπε πως αποδώ και πέρα θα του ’διναν να τρώει στην ξύλινη γαβάθα. Ο παππούς αναστέναξε μόνο και δεν είπε τίποτα.
Μια μέρα ο άντρας με τη γυναίκα του παρακολουθούσαν που ο γιος τους μαστόρευε κάτι, σκαλίζοντας ένα μικρό κούτσουρο. Ο πατέρας λοιπόν τον ρώτησε:
«Τι φτιάχνεις εκεί, Μίσα;».
Κι ο Μίσα απαντά:
«Φτιάχνω μια μεγάλη γαβάθα, πατερούλη. Όταν εσύ κι η μάνα μου γεράσετε, θα σας ταΐζω σ’ αυτήν τη γαβάθα».
Ο άντρας κι η γυναίκα του κοιτάχτηκαν και δάκρυσαν. Νιώσανε ντροπή που είχαν προσβάλει τον παππού. Κι από τότε τον βάλανε να τρώει μαζί τους στο τραπέζι και τον πρόσεχαν, όπως πρέπει".
Λέων Τολστόι,
Διηγήματα, μύθοι και παραμύθια, μτφρ. Π. Ανταίος, Ωκεανίδα
Διηγήματα, μύθοι και παραμύθια, μτφρ. Π. Ανταίος, Ωκεανίδα
και εμείς θα γεράσουμε.............
ΑπάντησηΔιαγραφήελάτε στη θέση του παππού να δείτε...
Αυτό το διήγημα οταν το διδαχτήκαμε στο σχολείο με έκανε να κλάψω..
αυτη η ιστορια θα μεινει αξεχαστη.οταν μας το διαβασε η καθηγητρια μας ολοι ειχαμε νιωσει αβολα γιατι καταλαβαμε οτι θα ερθουμε κι εμεις σ'αυτην την θεση καιοι αλλοι θα μας αντιμετοπιζουν με αυτον τον τροπο..
ΑπάντησηΔιαγραφή