Αν σε μισήσουν: αγάπησέ τους, Αν σε πληγώσουν: λάτρεψέ τους, Αν σε πικράνουν: συγχώρεσέ τους... Μην ξεχνάς: ΕΙΝΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ!

Σάββατο 31 Δεκεμβρίου 2011

ΕΟΡΤΕΣ - ΑΡΓΙΕΣ 2012


ΕΟΡΤΕΣ - ΑΡΓΙΕΣ

Έτος: 2012

EΘΝΙΚΕΣ ΕΟΡΤΕΣ:
25η Μαρτίου: Κυριακή, 25 Μαρτίου 2012
28η Οκτωβρίου: Κυριακή, 28 Οκτωβρίου 2012

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ: Τρίτη, 1 Μαΐου 2012

MΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΣΩΤΗΡΟΣ: Δευτέρα, 6 Αυγούστου 2012

ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ: Τετάρτη, 15 Αυγούστου 2012

ΤΑ ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΙΑ  Παρασκευή, 6 Ιανουαρίου 2012

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ Τρίτη, 25 Δεκεμβρίου 2012

ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ ΕΠΟΜΕΝΟΥ ΤΟΥΣ  Τρίτη, 1 Ιανουαρίου 2013







ΚΙΝΗΤΕΣ ΕΟΡΤΕΣ : 2012


 Έτος:
2012

Κυριακή του Πάσχα:  15-Απρ


ΚΙΝΗΤΕΣ ΕΟΡΤΕΣ:


ΑΠΟΚΡΙΕΣ (κυριακές - τσικνοπέμπτη)
Τελώνου και Φαρισέου (αρχή) 5-Φεβ

Του Ασώτου 12-Φεβ

Τσικνοπέμπτη 16-Φεβ

Της Απόκρεω 19-Φεβ

Της Τυροφάγου 26-Φεβ

ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ

Καθαρά Δευτέρα 27-Φεβ

Α' Χαιρετισμοί 2-Μαρ

Θεόδωρου Τήρωνος (Σαβ) 3-Μαρ

Κυριακή της Ορθοδοξίας 4-Μαρ

Κυριακή των Βαΐων 8-Απρ

Το Άγιον Πάσχα 15-Απρ

ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ

Δευτέρα Διακαινησίμου 16-Απρ

Κυριακή του Θωμά 22-Απρ

Της Αναλήψεως (Πέμπτη) 24-Μαϊ

Κυριακή της Πεντηκοστής 3-Ιουν

Δευτέρα Αγ. Πνεύματος 4-Ιουν

Των Αγίων Πάντων 10-Ιουν

ΑΓ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ Εκτός Σαρακοστής 23-Απρ
Δευτέρα, 23 Απριλίου 2012

Αργίες και τριήμερα 2012


ΕΤΟΣ: 2012
Η Πρωτοχρονιά το 2012 πέφτει: Κυριακή
Τα Θεοφάνεια το 2012 πέφτουν: Παρασκευή
Η Καθαρή Δευτέρα το 2012 πέφτει (όπως πάντα): Δευτέρα
Η 25η Μαρτίου το 2012 πέφτει: Κυριακή
Η Πρωτομαγιά το 2012 πέφτει: Τρίτη
Το Πάσχα το 2012 πέφτει (όπως πάντα): Κυριακή
Η Δεύτερη Μέρα του Πάσχα το 2012 πέφτει (όπως πάντα): Δευτέρα
Ο Δεκαπενταύγουστος το 2012 πέφτει: Τετάρτη
Η 28η Οκτωβρίου το 2012 πέφτει: Κυριακή
Τα Χριστούγεννα το 2012 πέφτουν: Τρίτη
Η Δεύτερη Μέρα των Χριστουγέννων το 2012 πέφτει: Τετάρτη
Καλή χρονιά το 2012, υπάρχουν  3  τριήμερα!
Αλλά, και κακή χρονιά το 2012, 
4  αργίες πέφτουν Σάββατο ή Κυριακή........

Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2011

Το φαγητό των περιστεριών!



Οικονομική κρίση φίλε μου….

Δεν μας ταΐζουν πλέον στα πάρκα και στις πλατείες……
Χμ μην στεναχωριέσαι όμως, έχω βρει ένα μέρος τρομερό, που έχει όσο θες φαγητό… πάμε;;;;

Ουπς φτάσαμε…. Έλα να φάμε λοιπόν!!!! Μην ντρέπεσαι!!!
Εσύ θα χάσεις!!
skouliki

Πέμπτη 29 Δεκεμβρίου 2011

Πὲς τοῦ Χριστούλη νὰ μὲ δεχτεῖ


  
«Προχθές, γυρίζοντας ἀπὸ ἕναν Ἑσπερινὸ πέρασα ἀπὸ τὴν Ὁμόνοια. Πλῆθος νέων ἦταν μαζεμένοι γύρω ἀπὸ ἕνα παιδί. Στὸ χέρι του κρατοῦσε τὴν τελευταία σύριγγα τοῦ θανάτου. Τὸν πλησίασα καὶ μὲ δακρυσμένα μάτια φώναξε:
“ Βοήθεια, πεθαίνω…”. Ἔτρεξα κοντά του τὸν ἀγκάλιασα. Μὲ σπασμένη φωνὴ μοῦ εἶπε:
“ Παππούλη, πεθαίνω διάβασέ μου μιὰ εὐχή“ . Γονάτισα, τοῦ διάβασα μία εὐχή. Ψέλλισε δύο λέξεις:
“ πὲς τοῦ Χριστούλη νὰ μὲ δεχτεῖ” καὶ ξεψύχησε μέσα στὴν ἀγκάλη μου, ἄγνωστος μεταξὺ ἀγνώστων. Φεύγοντας, ψιθύριζα μία προσευχή.
”Χριστέ μου, μία λέξη εἶπε ὁ ληστὴς καὶ τὸν δέχτηκες στὴν βασιλεία Σου, δέξου καὶ τὴν ψυχὴ αὐτοῦ τοῦ παιδιοῦ σου”»
(Περιοδικὸ «Ἐρῶ», Ἀπρίλιος-Ἰούνιος 2011).

Όταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά.....απο τον Τσάρλι Τσάπλιν

Ό
ταν άρχισα να αγαπώ τον εαυτό μου πραγματικά,
μπόρεσα να καταλάβω ότι ο συναισθηματικός πόνος και η θλίψη,
απλώς με προειδοποιούσαν να μη ζώ κόντρα στην αλήθεια μου.
Σήμερα ξέρω ότι αυτό το λέμε ΑΥΘΕΝΤΙΚΟΤΗΤΑ.
   

Τετάρτη 28 Δεκεμβρίου 2011

ΠΙΤΣΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ - Θα κάνω ότι μου αρέσει






Στίχοι : Ανδρέας Σπυρόπουλος
Μουσική : Παναγιώτης Στεργίου
Πρώτη εκτέλεση : Πίτσα Παπαδοπούλου


Θα κάνω ότι μου αρέσει τελικά. Θα κάνω ότι κατεβάσει το μυαλό μου.
Και δεν θ' ακούω αυτά που τάχα φιλικά ..με συμβουλεύουν συνεχώς για το καλό μου
Δεν θ' ακούω πια κανένα και περισσότερο εσένα ..πού 'χεις κάνει τη ζωή μου συμφορά ...
Και θα κάνω το δικό μου ..μόνο για τον εαυτό μου ..Για τις πράξεις μου δεν δίνω αναφορά ...
Θα κάνω ότι μου αρέσει τελικά ...
Θ' ακολουθήσω όποιον δρόμο θέλω εγώ ..Όπου την πάνε την καρδιά τα βήματα μου ..
Μα κι αν ακόμα σ' αδιέξοδο βρεθώ ..ξέρω πως θά'ναι από σφάλματα δικά μου ...
Δεν θ' ακούω πια κανένα, και περισσότερο εσένα ..πού 'χεις κάνει τη ζωή μου συμφορά ...
Και θα κάνω το δικό μου ..μόνο για τον εαυτό μου ..Για τις πράξεις μου δεν δίνω αναφορά ...
θα κάνω ότι μου αρέσει τελικά .....

Ενα 15λεπτό ταξίδι στις ομορφιές της Ελλάδας μας!!



Τρίτη 27 Δεκεμβρίου 2011

Εικόνες απο την Νέα Μονή Χίου

άπλα ταξιδέψτε στον χρόνο με μια επίσκεψη σας στην νέα μονή!



       

Για να γελάσουμε λίγο



Την ώρα των μαθηματικών ένας μαθητής γράφει απο το κινητό status στο FB:

Olh h ta3h kanei ma8hma, enw egw milaw sto fb! Ayth einai zwh!!!
Μόλις ενα λεπτό αργότερα του έρχετε Like και Comment απο την καθηγήτρια:

Σήμερα μολις πηρες κατω απο την βάση στο μάθημα, θέλεις να έρθεις να το δείς η να σε κάνω tag;

Σάββατο 24 Δεκεμβρίου 2011

χρόνια πολλά, καλές γιορτές!!!!!!!!!!!!




τα κάλαντα του γαύρου!



Τρίγωνα κάλαντα
μες τη γειτονιά
του πρίγκιπα δεν είδατε
ακόμα τα λεφτά

Τρίγωνα κάλαντα
σκόρπισαν παντού
γελάει με τα χάλια σας
ακόμα και ο Ντουντού

Άστρο φωτεινό
λίγο καραφλό
τον Ροναλντίνιο έταξε
μαζί με τον Ζορό

Ήρθε με ταξί
ξάφνου ένα πρωί
σας γέμισε με πρίγκιπες
την άδεια σας ζωή

Τρίγωνα κάλαντα
του Τσάκα η κοιλιά
από τα γέλια δίπλωνε
σας δούλευε καλά

Τρίγωνα κάλαντα
σας δούλευε καιρό
πρωτάθλημα και κύπελλο
στον Ολυμπιακό

Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2011

Δοκίμασε το.... αξίζει την δοκιμή!!

Γνωρίζατε ότι κάθε 30 ημέρες, είναι απαραίτητο να καθαρίσετε την οθόνη του υπολογιστή από το ΕΣΩΤΕΡΙΚΟ; Πολλοί άνθρωποι αγνοούν αυτό το γεγονός και δεν ξέρουν πώς οι κατασκευαστές εκμεταλλεύονται αυτή την άγνοια για την αύξηση των πωλήσεων.
Για να καθαρίσετε την οθόνη από μέσα, απλά κάντε κλικ στον παρακάτω σύνδεσμο..

http://www.horness.com/tools/screenclean.swf




όχι δεν ειναι ο Καντάφι......

Πέμπτη 22 Δεκεμβρίου 2011

Ρομαντικό όχι πονηρό!!


Στην πρασινάδα κάθεσαι
κι εγώ σου το χαιδεύω
το παχουλό χεράκι σου
που τόσο το λατρεύω.
   

Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2011

Μια καλή συνταγή από τη φίλη στο Φατσοβιβλίο...

Υλικά για γλυκά Χριστούγεννα :
- Μία οκά απλή καρδιά 
 
- Δύο οκάδες ήσυχη συνείδηση
- Μισή οκά φαιδρό πρόσωπο
- 200 δράμια αγάπη, και δύο φλιτζάνια γέλιο.

Εκτέλεση:
Ρίχνετε στην κατσαρόλα του εσωτερικού σας κόσμου την ήσυχη συνείδηση και την απλή καρδιά. Τα δουλεύετε πολύ καλά ως που να ασπρίσουν, να φουσκώσουν και να γεμίσουν ολόκληρη την κατσαρόλα. Προσθέσετε τότε την αγάπη και το γλυκό σας παίρνει ένα ωραίο ρόδινο χρώμα. Τότε ρίχνετε το φαιδρό πρόσωπο και το γέλιο.
Προσέξτε όμως πολύ καλά στο δούλεμα-ανακάτεμα γιατί ένα κατσούφιασμα μπορεί να κόψει το γλυκό σας.
Αν έχετε και λίγη εξοχή....βάζετε δυο τρεις κουταλιές για άρωμα. Βάζετε το γλυκό στο ταψί της ψυχής, το στρώνετε με την κουτάλα της θέλησης και το ψήνετε στο φούρνο της υπομονής.
Το σερβίρετε ζεστό ζεστό.
Όσοι έφαγαν το γλύκισμα αυτό ομολογούν ότι το κύριο χαρακτηριστικό της γεύσης του είναι η ΨΥΧΙΚΗ ΓΑΛΗΝΗ !!!

Τρίτη 20 Δεκεμβρίου 2011

Το αγόρι που ήθελε να συναντήσει το Θεό..............

Ευχαριστώ τον φιλο μου Δημήτρη για την τιμη που μου έκανε να μου επιτρέψει να δημοσιεύσω το παρακατω κειμενο  (http://ahdoni.blogspot.com)

Μια φορά λοιπόν, ήταν ένα μικρό αγόρι που ήθελε να συναντήσει το Θεό.
 

Το παιδί και ο Γέροντας Πορφύριος



ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ ΘΑΥΜΑ

Μεσημέρι, δύο η ώρα, βρίσκομαι στην Πλατεία Αγίων Αναργύρων Αθηνών. Είμαι σταματημένη στο φανάρι προς Αθήνα. Με πλησιάζει ένας κύριος.
-Μενίδι, σας παρακαλώ, πάμε;  

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2011

Αγαπη ειναι...


"Δεν θα γυρίσω να πάρω την 'Αννα. Συγγνώμη"


Οχι δεν άρχισα να βγάζω ειδήσεις, απλά το διάβασα και ..... είπα να μοιραστώ τα δάκρυα μαζί σας.... 
Αφεθείτε  στην περιγραφή της είδησης:   Η Άννα ήταν ακόμα στον παιδικό σταθμό. Είχε πάει απόγευμα και η μαμά της δεν είχε εμφανιστεί. Οι νηπιαγωγοί δεν ήξεραν τι να κάνουν. Ώσπου το κοριτσάκι έβγαλε κάτι απ' την τσέπη του. Ηταν ένα σημείωμα: «Δεν θα γυρίσω να πάρω την Αννα. Δεν έχω λεφτά, δεν μπορώ να τη μεγαλώσω. Συγγνώμη. Η μαμά της».
Ο άνθρωπος που λέει την ιστορία την διηγείται σαν κάτι συνηθισμένο.  

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ!!

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ!!



Παραμονή Χριστουγέννων. Σκυμμένος πάνω απ το γραφείο του, ο Εμπενέζερ Σκρούτζ δούλευε ασταμάτητα. Το δωμάτιο ήταν μάλλον κρύο, γιατί τα λιγοστά κάρβουνα στη σόμπα δεν ζέσταιναν αρκετά. Όχι όχι έλειπαν του Σκρούτζ τα χρήματα για ν αγοράσει περισσότερα κάρβουνα. Αλλά ο Εμπενέζερ Σκρούτζ ήταν ένας φοβερός τσιγκούνης! Στο διπλανό δωμάτιο, χωρίς θερμάστρα, εργαζόταν ο Μπόμπ Κράτσιτ, ο κλητήρας του, πού έτρεμε ολόκληρος από την παγωνιά. Ξαφνικά η πόρτα άνοιξε κι ένας χαμογελαστός άντρας μπήκε στο γραφείο.   
«Θείε, Καλά Χριστούγεννα!».

«Κακά, ψυχρά κι ανάποδα…» γκρίνιαξε ο Σκρούτζ.

«Θείε μου, μή μουτρώνεις. Ήρθα να σε καλέσω για το μεσημέρι», είπε ο Φρέντ, ο ανιψιός του.

Αλλά ο Σκρούτζ αρνήθηκε την πρόσκληση. Ποτέ του δεν γιόρταζε τα Χριστούγεννα. Τα θεωρούσε χάσιμο χρόνου. Όμως η απάντηση του Σκρούτζ δε χάλασε το κέφι του Φρέντ. Έφυγε χαμογελαστός, αφού προηγουμένως αντάλλαξε ευχές με τον Μπόμπ Κράτσιτ.

Λίγα λεπτά αργότερα χτύπησαν την πόρτα. Ο υπάλληλος έτρεξε ν ανοίξει. Παρουσιάστηκαν δυο κύριοι.

«Εδώ είναι η εταιρεία Σκρούτζ και Μάρλεϊ;» ρώτησε ο πρώτος.

«Ο συνέταιρός μου, ο Μάρλεϊ, πέθανε σαν απόψε πριν από εφτά χρόνια», του απάντησε ψυχρά ο Σκρούτζ.

«Τα συλλυπητήρια μου», είπε ο δεύτερος.

«Εμείς κάνουμε έρανο για τους φτωχούς. Αύριο, πού ξημερώνει μέρα χαράς, υπάρχουν, δυστυχώς, άνθρωποι πού υποφέρουν από το κρύο και την πείνα. Μπορούμε να έχουμε τη συνδρομή σας;».

Ο γέρο-σπαγκοραμμένος δεν είχε σκοπό να ξοδέψει ούτε μία πένα για να βοηθήσει τους συνανθρώπους του και απάντησε αρνητικά στους δυο επισκέπτες.

Εκείνοι έφυγαν απογοητευμένοι, χωρίς να τον πιέσουν περισσότερο.

Νύχτωσε. Ήρθε η ώρα να κλείσει το γραφείο. Ο Σκρούτζ φόρεσε το παλτό και το καπέλο του και πήρε στο χέρι το μπαστούνι του. Με τη σειρά του, ο Μπόμπ Κράτσιτ ετοιμάστηκε κι αυτός να φύγει.

«Υποθέτω ότι δεν θέλεις να δουλέψεις αύριο», του είπε ο Σκρούτζ με δυσφορία. Ο Μπόμπ κούνησε καταφατικά το κεφάλι.

«Α-α-αν δε σάς πειράζει, κύ-κύ-κύριε Σκρούτζ», τραύλιζε ο καημένος ο Μπόμπ.

«Δε μου αρέσει να σε πληρώνω όταν δεν εργάζεσαι», τον διέκοψε ο Σκρούτζ. «Πάντως, μεθαύριο θα πιάσεις από νωρίς δουλειά!».

Ο Μπόμπ τον ευχαρίστησε κι έτρεξε έξω να βρεί κάτι παιδάκια πού διασκέδαζαν κάνοντας τσουλήθρα στον παγωμένο δρόμο.

Αδιαφορώντας για τη γιορταστική ατμόσφαιρα, ο Σκρούτζ έφαγε, όπως συνήθως, μόνος του σε μια γειτονική ταβέρνα.

Έπειτα, τράβηξε για το σπίτι του. Το κτίριο όπου έμενε βρισκόταν στην άκρη ενός στενού και σκοτεινού δρόμου. Το παλιό και φθαρμένο διαμέρισμα ανήκε κάποτε στο συνέταιρό του, τον Τζάκ Μάρλεϊ.

Ο Σκρούτζ έβγαλε το κλειδί για να ξεκλειδώσει την εξώπορτα. Το ρόπτρο, αν και μεγάλο, δεν είχε τίποτα το ιδιαίτερα όμορφο πάνω του. Κι όμως, εκείνη τη βραδιά έμοιαζε λουσμένο σ ένα απόκοσμο φώς. Ο Σκρούτζ, πραξενεμένος, έσκυψε να εξετάσει καλύτερα… και τότε αντίκρισε το πρόσωπο του Μάρλεϊ να τον κοιτάζει!.. Την επόμενη στιγμή όμως ξανάγινε ένα κοινότατο ρόπτρο. Ταραγμένος ο Σκρούτζ μπήκε στο διαμέρισμα, μαντάλωσε την πόρτα πίσω του και προχώρησε στη σάλα.

Στη συνέχεια, έβγαλε το παλτό του, φόρεσε τις παντόφλες του και κάθησε μπροστά στο τζάκι. Πάνω στη σχάρα τρεμόσβηναν λίγες αδύναμες φλόγες. Ξαφνικά, απ τη μεριά της αποθήκης άκουσε να σέρνονται βαριές αλυσίδες. Μέσα από την κλειστή πόρτα γλίστρησε μία παράξενη σκιά καί, αιωρούμενη, ήρθε και στάθηκε στη μέση του δωματίου. Τούτη τη φορά δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία. Ήταν το φάντασμα του παλιού συνεταίρου του Σκρούτζ, πού είχε πεθάνει ακριβώς πριν εφτά χρόνια. Ο γέρος δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του.

«Ποιός είσαι;» ψιθύρισε.

«Ποιός ήμουν!» τον διόρθωσε το φάντασμα. «Ήμουν ο Τζάκ Μάρλεϊ, ο συνέταιρός σου. Δε με θυμάσαι;».

Το φάντασμα του Μάρλεϊ κάθησε στην αγαπημένη του πολυθρόνα. Ο Σκρούτζ, πού κόντευε να λιποθυμήσει από το φόβο του, τον ρώτησε ικετευτικά: «Τζάκ, πές μου, τί θέλεις;».

«Βλέπεις αυτές τις αλυσίδες;» τον ρώτησε το φάντασμα. «Κάθε κρίκος τους αντιπροσωπεύει και μία άσχημη κουβέντα της ζωής μου. Όσο για τα βαριά χρηματοκιβώτια πού σέρνω; Είναι τα πλούτη πού συγκέντρωσα και δεν τα χρησιμοποίησα σωστά. Όλα αυτά θέλω να τα σκεφτείς σοβαρά και να δείς και τη δική σου ζωή αλλιώς, Σκρούτζ!». Το φάντασμα σώπασε για λίγο κι ύστερα συνέχισε:

«Ήρθα να σε προειδοποιήσω. Έχεις ακόμη μια ευκαιρία να γλιτώσεις από τη δική μου μοίρα, θα έρθουν τρία πνεύματα. Το πρώτο θα σε επισκεφθεί απόψε, στη μία μετά τα μεσάνυχτα. Το δεύτερο αύριο, την ίδια ώρα. Και το τρίτο μεθαύριο, μόλις χτυπήσει το ρολόι δώδεκα. Αυτή είναι η τελευταία σου ελπίδα!..».

Και με τα λόγια αυτά ο Μάρλεϊ ξαναέφυγε για να συναντήσει τα άλλα φαντάσματα πού περιπλανιούνται ασταμάτητα στις ομίχλες της αιωνιότητας. Εξαντλημένος ο Σκρούτζ, έπεσε χωρίς να γδυθεί στο κρεβάτι του κι αποκοιμήθηκε αμέσως.

ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ

Ήταν ακόμη σκοτάδι όταν ξύπνησε ο Σκρούτζ. Νόμισε πώς το ρολόι είχε σταματήσει, θυμόταν ότι έπεσε να κοιμηθεί μετά τις δυό. Το ρολόι χτύπησε μία ακριβώς.

Αμέσως, μια λάμψη δυνατή πλημμύρισε την κρεβατοκάμαρα. Ο Σκρούτζ ανασηκώθηκε και τότε είδε εμπρός του μια περίεργη οπτασία. Είχε το ανάστημα, το πρόσωπο, τα χέρια ενός μικρού παιδιού, αλλά τα μαλλιά της ήταν ολόλευκα όπως ενός γέρου. Από τον ώμο, πάνω από το λευκό, κοντό χιτώνιό της, κρεμόταν μια γιρλάντα λιόπρινο, σύμβολο του χειμώνα.

«Μή φοβάσαι», του είπε η οπτασία. «Είμαι το Χριστουγεννιάτικο Πνεύμα του Παρελθόντος κι ήρθα να σε βοηθήσω».

Πήρε τον Σκρούτζ από το χέρι και τον οδήγησε στο παράθυρο.

Ο Σκρούτζ φοβήθηκε μήπως πέσει, αλλά το Πνεύμα τον ενθάρρυνε να πετάξει μαζί του πάνω από στέγες και αγρούς. Κι ήταν πρωί όταν έφτασαν σε μία μικρή επαρχιακή πόλη.

«Μά, εδώ πέρασα τα παιδικά μου χρόνια», μουρμούρισε κατάπληκτος ο Σκρούτζ.

«Έ, τότε, θα ξέρεις το δρόμο για να έρθεις εδώ», τον ρώτησε το Πνεύμα.

«θά μπορούσα να τον βρώ με κλειστά μάτια», απάντησε εκείνος.

«Κι όμως, δείχνεις σαν να έχεις ξεχάσει ακόμη και την ύπαρξη αυτού του τόπου», παρατήρησε αυστηρά το Πνεύμα.

Ύστερα βάδισαν πάνω στο χιονισμένο δρόμο συναντώντας φυσιογνωμίες γνωστές. Αγρότες με τις άμαξες, παιδιά με τ αλογάκια τους. Ο Σκρούτζ τους θυμόταν όλους. Τους φώναξε μάλιστα με τα ονόματά τους. Αλλά κανείς δεν του απάντησε!

«Είναι μόνο σκιές», του εξήγησε το Πνεύμα, «δέν μάς βλέπουν».

Ο Σκρούτζ χάρηκε πολύ πού ξαναείδε φίλους και γνωστούς από τα νιάτα του. Και τούτη η χαρά ήταν πρωτόγνωρη γι αυτόν. Σε λίγο, οι δυο ταξιδιώτες έφτασαν σ ένα χωριουδάκι. Μπήκαν σ ένα μεγάλο κτίριο χτισμένο από τούβλα. Στο εσωτερικό αντίκρισαν σειρές θρανία. Ήταν σχολείο με οικότροφους μαθητές, πού σπούδαζαν μακριά από τις οικογένειές τους.

Σε κάποιο θρανίο, ένα μοναχικό αγόρι, καθόταν και διάβαζε. Κατά τρόπο μαγικό, οι ήρωες του βιβλίου πρόβαλαν εμπρός στο παιδί – ο Αλή Μπαμπά με την ανατολίτικη φορεσιά του, ο Ροβινσών Κρούσος με τον παπαγάλο του στον ώμο, κι άλλοι πολλοί. Στην αρχή ο Σκρούτζ ενθουσιάστηκε βλέποντας τους ήρωες των σχολικών του χρόνων. Έπειτα, όμως, κατάλαβε. Το μοναχικό αγόρι, με μοναδική παρέα τα βιβλία, ήταν ο εαυτός του. Κάθησε, τότε, σ ένα θρανίο και έκλαψε πικρά.

«Πάμε τώρα να επισκεφτούμε κάποια άλλα Χριστούγεννα», του πρότεινε το Πνεύμα.

Καθώς μιλούσε, παρατήρησε ότι το παιδί μεγάλωσε κι έγινε έφηβος. Ο Σκρούτζ ήξερε πολύ καλά ότι ο νεαρός ήταν πάλι μόνος. Οι άλλοι μαθητές θα επέστρεφαν στα σπίτια τους για τις διακοπές.

Ξαφνικά, η πόρτα άνοιξε. Μια νέα και όμορφη κοπέλα μπήκε τρέχοντας στην αίθουσα. Ήρθε και τον αγκάλιασε.

«Αδελφούλη μου», του φώναξε. «Ήρθα να σε πάρω. Θα πάμε στο σπίτι να γιορτάσουμε τα Χριστούγεννα!».

«Στο σπίτι, Φάντ;» ρώτησε ο νεαρός Σκρούτζ.

«Ναί, ζήτησα από τον πατέρα να σ αφήσει να ξαναγυρίσεις για πάντα στο σπίτι. Συμφώνησε. Δε θα ξαναπάς εσωτερικός στο σχολείο!», του ξαναφώναξε χαρούμενη.

«Είναι πολύ γλυκιά με χρυσή, με χρυσή καρδιά», σχολίασε το Πνεύμα. «Νομίζω ότι πέθανε νέα, πάνω στη γέννα!».

«Ναί…» απάντησε σκεφτικός ο Σκρούτζ.

Βγήκαν από το σχολείο και περιπλανήθηκαν στους δρόμους. Οι βιτρίνες των καταστημάτων ήταν στολισμένες για τα Χριστούγεννα. Το Πνεύμα στάθηκε εμπρός σ ένα κατάστημα και ρώτησε τον Σκρούτζ αν το αναγνωρίζει. Εκείνος κούνησε το κεφάλι και είπε: «Εδώ πρωτοεργάστηκα σαν μαθητευόμενος!».

Μπήκαν μέσα. Ένας ηλικιωμένος κύριος καθόταν στο γραφείο.

«Αυτός είναι ο γερό-Φέζιβικ!.. Ο γερό-Φέζιβικ αναστημένος!..» φώναξε μ ενθουσιασμό ο Σκρούτζ.

Εκείνη τη στιγμή, ο νεαρός Σκρούτζ κι ένας άλλος μαθητευόμενος μπήκαν στην αίθουσα.

«Μαζέψτε τα όλα», τους είπε ο Φέζιβικ, «νά ετοιμάσουμε τη γιορτή!».

Οι μαθητευόμενοι δεν περίμεναν να το ακούσουν δεύτερη φορά. Πριν προλάβει ο γέρο-Σκρούτζ ν ανοιγοκλείσει τα μάτια, όλα ήταν καθαρά και τακτοποιημένα. Σε λίγο άρχισαν να καταφθάνουν οι καλεσμένοι. Η γιορτή είχε οργανωθεί για όλους τους υπαλλήλους του Φέζιβικ.

Σύντομα η μουσική και ο χορός άναψαν το κέφι για τα καλά. Προσφέρθηκαν γλυκίσματα και ποτά. Ήταν πιά αργά όταν ξεκίνησαν να φύγουν οι καλεσμένοι. Ο κύριος και η κυρία Φέζιβικ έσφιξαν τα χέρια όλων και τους ευχήθηκαν «Καλά Χριστούγεννα!». Έσφιξαν τα χέρια ακόμη και των νεαρών μαθητευομένων πριν πάνε στα κρεβάτια τους στο πίσω μέρος του καταστήματος. Ο γέρο-Σκρούτζ έδειχνε ξετρελαμένος καθώς παρακολουθούσε αυτή τη σκηνή. Ένιωθε τόση χαρά, λες και συμμετείχε πραγματικά στη γιορτή. Αργά τη νύχτα το Πνεύμα και ο Σκρούτζ άκουσαν τους μαθητευομένους να κουβεντιάζουν ξαπλωμένοι στα κρεβάτια τους. Παίνευαν το γέρο-Φέζιβικ και τον ευγνωμονούσαν για την ωραία γιορτή πού τους ετοίμασε.

«Και του κόστισε μόνο τρεις ή τέσσερις λίρες», σχολίασε κάπως ειρωνικά το Πνεύμα. «Έξοδο πού άξιζε τον κόπο!». «Το κόστος δεν ήταν υλικό», διαμαρτυρήθηκε ο Σκρούτζ. «Ανεξάρτητα από τα χρήματα, η γιορτή θα είχε επιτυχία γιατί ο Φέζιβικ ήταν καλός άνθρωπος και πάντοτε ακτινοβολούσε χαρά κι ευτυχία!».

Ξαφνικά ο Σκρούτζ έκοψε την κουβέντα του απότομα.

«Τί σου συμβαίνει;» τον ρώτησε το Πνεύμα. «Μήπως έγινε κάτι πού σε τάραξε;».

«Όχι, τίποτα… Νά, θα ήθελα μόνο να έχω πεί κάτι στον κλητήρα μου».

Η σκηνή άλλαξε. Τώρα ο Σκρούτζ ήταν πλέον ώριμος άντρας. Και μία νέα γυναίκα εγκατέλειπε το σπίτι. Έκλαιγε η καημένη, βουβά. Γύρισε και του είπε:

«Κάποτε ήμασταν φτωχοί αλλά ευτυχισμένοι. Τώρα σε κυβερνά το πάθος σου για το χρήμα!».

«Μά, μεταξύ μας, τίποτα δεν άλλαξε», διαμαρτυρήθηκε ο Σκρούτζ.

«Εγώ έμεινα η ίδια. Εσύ όμως άλλαξες. Δεν μπορώ να σε παντρευτώ. Σου εύχομαι κάθε ευτυχία στη σταδιοδρομία πού διάλεξες».

Και με τα λόγια αυτά η γυναίκα βγήκε στο δρόμο, ενώ ο άντρας δε δοκίμασε να τη σταματήσει.

«Πνεύμα», φώναξε ο γέρο-Σκρούτζ, «σταμάτα να με βασανίζεις, θέλω να γυρίσω στο σπίτι. Δεν αντέχω τις δυσάρεστες αναμνήσεις».

Μέσα σε μία στιγμή πέρασαν χρόνια. Και ξαναείδαν τη νέα γυναίκα. Τώρα γελούσε τρισευτυχισμένη με την κόρη της. Σε διαφορετικές περιστάσεις θα μπορούσε να είναι το παιδί του Σκρούτζ. Ο πατέρας μπήκε στο δωμάτιο. Η μικρή έτρεξε και τον φίλησε. Αγκαλιάστηκαν και οι τρεις εμπρός στο αναμμένο τζάκι.

«Δεν το αντέχω», μούγκρισε ο γερο-Σκρούτζ με φωνή σπασμένη. Και στράφηκε απελπισμένος προς το Πνεύμα, πού μέσα στην ολοφώτεινη ανταύγεια του έμοιαζε σαν να ειρωνεύεται την απελπισία του. Σε λίγο η οπτασία του Πνεύματος άρχισε ν απομακρύνεται και να σβήνει σιγά-σιγά, μέχρι πού εξαφανίστηκε τελείως. Ο Σκρούτζ ένιωσε αφάνταστα κουρασμένος. Τα μάτια του βάρυναν. Ξαναγύρισε στην κρεβατοκάμαρά του. Μόλις πού πρόλαβε να ξαπλώσει στο κρεβάτι κι έπεσε σε ύπνο βαθύ.

ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΠΑΡΟΝΤΟΣ

Όταν ξύπνησε ο Σκρούτζ, το ρολόι χτυπούσε μία. Μια κατακόκκινη λάμψη ερχόταν απ τη σάλα. Σηκώθηκε, φόρεσε τη ρόμπα του και πήγε να δεί τί συμβαίνει. Η σάλα είχε μεταμορφωθεί! Από το πάτωμα ως το ταβάνι ήταν στολισμένη με κισσό, λιόπρινο και ιξό. Στο τζάκι έκαιγε μία ζωηρή φωτιά και στη γωνιά υψωνόταν ένας τεράστιος σωρός από φαγητά-γαλοπούλες, χήνες, πατάτες, μήλα, καρύδια – ενώ πάνω στην κορυφή καθόταν χαμογελαστός ένας γίγαντας μ ένα δαυλό αναμμένο στο αριστερό του χέρι.

«Είμαι το Χριστουγεννιάτικο Πνεύμα του Παρόντος», του φώναξε φιλικά. «Έλα!». Ο Σκρούτζ παρατήρησε το Πνεύμα. Ήταν ντυμένο μ ένα μακρύ λευκό χιτώνα. Και πάνω στα μακριά μαύρα του μαλλιά φορούσε ένα στεφάνι από λιόπρινο.

«Πήγαινε με όπου θέλεις», ξερόβηξε ο Σκρούτζ. «Πήρα ήδη μερικά μαθήματα απ το συνάδελφό σου. Είμαι έτοιμος να παρακολουθήσω και τα δικά σου».

«Τότε πιάσου από τον ποδόγυρο του χιτώνα μου», απάντησε ο γίγαντας.

Η χαρούμενη σάλα, η διακόσμηση, τα φαγητά, όλα εξαφανίστηκαν.

Βρέθηκαν έξω από το σπίτι του υπαλλήλου του, του Μπόμπ Κράτσιτ και κοίταξαν από το παράθυρο. Η κυρία Κράτσιτ και οι τρεις κόρες της φορούσαν παλιά φθαρμένα φορέματα, στολισμένα όμως με κορδέλες για τη γιορτή, και κάθονταν στο τραπέζι. Ξαφνικά, μπήκαν τρέχοντας δυο αγοράκια.

«Μυρίσαμε γαλοπούλα ψητή! Τί καλά! Μοσχοβολά από το δρόμο!» φώναξαν με ενθουσιασμό. Πίσω τους ερχόταν ο πατέρας τους. Στους ώμους του κουβαλούσε το μικρότερο γιό του, τον Τίμ. Τον απέθεσε προσεκτικά στο πάτωμα. Το παιδί ήταν άρρωστο και βάδιζε με δεκανίκι.

Κάθησαν όλοι στο γιορτινό τραπέζι. Η μικρή γαλοπούλα μοιράστηκε πολύ προσεκτικά ώστε να φτάσει για όλους. Πάντως η σκηνή ήταν χαρούμενη. Οι δυο γονείς πρόσεχαν ιδιαίτερα τον ανάπηρο Τίμ. Ένα χαμόγελο φώτισε το χλωμό του προσωπάκι.

«Πνεύμα», ρώτησε με ξαφνικό ενδιαφέρον ο Σκρούτζ, «ο μικρός Τίμ θά… ζήσει ακόμη για πολύ;».

«Χμμ… τον περιβάλλουν σκιές. Αν το μέλλον δεν τις μεταβάλει, το παιδάκι θα πεθάνει! Αλλά εσένα τί σε νοιάζει; Ένα στόμα λιγότερο σε τούτο τον πυκνοκατοικημένο κόσμο. Έτσι δεν είναι;».

Ο Σκρούτζ τότε θυμήθηκε ότι ο ίδιος είχε επαναλάβει πολλές φορές αυτή τη φράση. Και κατέβασε το κεφάλι ντροπιασμένος.

Ξαφνικά, χωρίς το Πνεύμα να προσθέσει άλλη λέξη, βρέθηκαν στο σπίτι του ανιψιού του. «Ο θείος Σκρούτζ μάς θεωρεί τρελούς πού γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα. Κι έτσι, αρνήθηκε να φάει μαζί μας σήμερα», είπε ο Φρέντ.

«Τί απαίσιος άνθρωπος», αναστέναξε η γυναίκα του υποτιμητικά και οι καλεσμένοι κούνησαν τα κεφάλια γιατί συμφώνησαν μαζί της. Αλλά ο Φρέντ πρόσθεσε πικραμένος: «Εγώ, πάντως, λυπάμαι ειλικρινά πού ο θείος έχασε μία ευκαιρία να χαρεί. Και τώρα, παρ όλο πού δε βρίσκεται μαζί μας, θα ήθελα να του εκφράσω τις καλύτερες ευχές μου». Κι αμέσως σήκωσε το ποτήρι και ήπιε στην υγειά του θείου του.

Γρήγορα όμως η χαρούμενη ομήγυρη ξέχασε τον Σκρούτζ. Έπαιξαν μουσική, χόρεψαν, διασκέδασαν με παντομίμα. Ο Σκρούτζ, πού τόσο του άρεσε αυτό το παιχνίδι, συμμετείχε όλο χαρά, ξεχνώντας ότι κανείς δεν μπορούσε να τον δεί ή να τον ακούσει. Το Πνεύμα τον παρακολουθούσε κι έμοιαζε να το γλεντάει μαζί του. Αλλά σύντομα ήρθε η ώρα να φύγουν. «Έχουμε να επισκεφτούμε πολλά μέρη ακόμη ώσπου να περάσει η νύχτα», είπε το Πνεύμα.

Και οδήγησε τον Σκρούτζ έξω από το σπίτι. Περπάτησαν μέσα στο κρύο και στο χιονόνερο, σε βρωμερά στενά και δρομάκια περίεργα, κι ακόμη κάτω από τις σκοτεινές γέφυρες της πόλης. Εκεί ο Σκρούτζ είδε δυστυχισμένους ανθρώπους πού, κολλημένοι σφιχτά ο ένας πάνω στον άλλον, προσπαθούσαν να ζεσταθούν. Ανάμεσα τους τριγύριζαν παιδάκια πού ζητιάνευαν φαγητό απ τους περαστικούς. Κάπου μακριά, ένα ρολόι σήμανε μεσάνυχτα.

Ο Σκρούτζ, τρομοκρατημένος απ την τόση αθλιότητα, αναζήτησε το γιγάντιο Πνεύμα. Αλλά εκείνο είχε εξαφανιστεί.

ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

Σε λίγο, ένα άλλο φάντασμα, τυλιγμένο στην ομίχλη, προχώρησε αργά προς τον Σκρούτζ. Παρατήρησε ότι το Πνεύμα αυτό φορούσε μία τεράστια μαύρη κάπα και μία κουκούλα πού του έκρυβε εντελώς το πρόσωπο. Ο Σκρούτζ παραλίγο να λιποθυμήσει από τον τρόμο του.

«θά πρέπει να είσαι το Χριστουγεννιάτικο Πνεύμα του Μέλλοντος», ψιθύρισε. «Τί μου επιφυλάσσει το μέλλον; Ίσως ν αλλάξω… Είμαι έτοιμος να σε ακολουθήσω».

Παρά τα γενναία του λόγια, ο Σκρούτζ φοβόταν τόσο πολύ αυτό το φάντασμα, ώστε τα πόδια του άρχισαν να τρέμουν. Δεν μπορούσε να κάνει βήμα. Το Πνεύμα παρέμεινε ακίνητο περιμένοντας υπομονετικά τον Σκρούτζ μέχρι να συνέλθει. Έπειτα κινήθηκε αθόρυβα. Και ο Σκρούτζ το ακολούθησε σαν να τον τύλιξε η κάπα του Πνεύματος, πού τον παρέσυρε στο άγνωστο.

Κοσμοσυρροή και οχλαγωγία στο χρηματιστήριο. Το Πνεύμα με τον Σκρούτζ ανάμεσα στους χρηματιστές και στους εμπόρους. «Πότε πέθανε;» ρώτησε κάποιος από το πλήθος. «Χθές βράδυ, νομίζω», απάντησε ένας άλλος. «Δεν πιστεύω να πάτησε κανείς στην κηδεία του», σχολίασε ένας τρίτος. «Επιτέλους ξεκουμπίστηκε… Τον σιχαίνονταν όλοι!».

Ο Σκρούτζ ένιωσε οίκτο γι αυτόν πού μιλούσαν. Αναρωτήθηκε για ποιό λόγο να τον έφερε το Πνεύμα σε τούτο το μέρος. Έπειτα αναγνώρισε κάποιον άλλο χρηματιστή στη συνηθισμένη του θέση. Μάταια όμως έψαξε να βρεί και τον εαυτό του.

«Ίσως», σκέφτηκε, «ο Σκρούτζ του μέλλοντος θα παρατήσει τις συναλλαγές και θα στραφεί προς άλλες δραστηριότητες…».

Γύρισε να ρωτήσει το Πνεύμα. Αλλά εκείνο εξακολουθούσε να σωπαίνει. Σήκωσε μόνο το χέρι και έδειξε με το μακρύ του δάχτυλο προς κάποια κατεύθυνση. Ήταν καιρός να συνεχίσουν το ταξίδι τους. Ο γέροντας ένιωσε να διαπερνά τη ραχοκοκαλιά του κρύος ιδρώτας.

Έφτασαν σε μία κακόφημη γειτονιά της πόλης. Ο Σκρούτζ δεν είχε ξαναπατήσει το πόδι του εκεί. Στην άκρη ενός βρώμικου στενού βρισκόταν ένα άθλιο καταγώγιο-φωλιά λωποδυτών! Μέσα, τρεις κλέφτες, ένας άντρας και δυο γυναίκες, με τρύπια ρούχα, μοιράζονταν τη λεία τους. Οι πεταμένες πάνω στο πάτωμα κουρτίνες ήταν ίδιες μ εκείνες της κρεβατοκάμαρας του Σκρούτζ.

«Καλά πού κάναμε και τα αρπάξαμε», κακάρισε η μία γυναίκα. «Έτσι κι αλλιώς, κανείς δεν πρόκειται να ενδιαφερθεί για τα πράγματά του», πρόσθεσε ο άντρας.

«Α το γέρο-τσιγκούνη», έβρισε η άλλη γυναίκα. «Αν ήταν εντάξει άνθρωπος, κάποιος θα βρισκόταν δίπλα του την ώρα πού πέθαινε». Ο Σκρούτζ παρακολουθούσε αηδιασμένος την κουβέντα τους. «Πνεύμα», φώναξε. «Πάμε να φύγουμε, σε παρακαλώ, από αυτό το απαίσιο μέρος». Αλλά η σιωπή του Πνεύματος του πάγωσε το αίμα.

«Πνεύμα», κλαψούρισε ο Σκρούτζ, «βοήθησέ με να ξεχάσω τούτη τη θλιβερή σκηνή. Πήγαινέ με σ ένα μέρος όπου οι άνθρωποι μιλούν ευγενικά για τους νεκρούς…».

Το Πνεύμα τον οδήγησε τότε σε δρόμους γνωστούς, πίσω στο σπίτι του Μπόμπ Κράτσιτ. Η γυναίκα και τα παιδιά του ήσαν όλοι μαζεμένοι γύρω από τη φωτιά. Όμως το φτωχικό δωμάτιο ήταν παράξενα σιωπηλό.

«Δε θα αργήσει ο πατέρας σας», είπε η κυρία Κράτσιτ. «Έχει καθυστερήσει μόνο λίγα λεπτά», είπε κάποιο από τα παιδιά. «Τούτες τις μέρες βαδίζει πιο αργά».

«Αχ!» αναστέναξε ένα άλλο. «Όταν κουβαλούσε τον Τίμ στους ώμους ερχόταν τρεχάτος για το σπίτι».

Εκείνη τη στιγμή ο Μπόμπ Κράτσιτ μπήκε στο σπίτι. Είχε τα μάτια κατακόκκινα σαν να είχε κλάψει. Χαιρέτησε όμως τρυφερά ένα-ένα τα παιδιά του. Έπειτα είπε: «Ποτέ δεν πρόκειται να ξεχάσουμε το μικρούλη μας τον Τίμ, έτσι; Η ανάμνηση του της υπομονής και της ευγενείας του θα μάς κρατήσει για πάντα ενωμένους!».

«Ναί! Ναί!» φώναξαν τα παιδιά. «Έ, τότε, με κάνετε να νιώθω ευτυχισμένος», απάντησε ο Μπόμπ «πολύ ευτυχισμένος!».

Αγκαλιάστηκαν όλοι. Και δάκρυα γέμισαν τα μάτια του Σκρούτζ.

«Πνεύμα», είπε ο Σκρούτζ, «σέ λίγο θα χωρίσουμε. Δε θα μου εξηγήσεις το νόημα όλων αυτών; θα ήθελα να δώ και τη δική μου πορεία στο μέλλον».

Ξαναβγήκαν στο δρόμο και προχωρώντας, βρέθηκαν έξω από το γραφείο του Σκρούτζ. Το Πνεύμα δεν είχε πρόθεση να σταματήσει. Το μακρύ του δάχτυλο έδειχνε εμπρός.

«Σε παρακαλώ, άφησε με μία στιγμή να δώ πώς θα είμαι στο μέλλον», ικέτευσε ο Σκρούτζ. Το Πνεύμα κοντοστάθηκε σιωπηλό. Ο Σκρούτζ κοίταξε από το παράθυρο. Αναγνώρισε το γραφείο του, αλλά η επίπλωση δεν ήταν πλέον η δική του και ο άνθρωπος πού καθόταν στην πολυθρόνα δεν ήταν ο Σκρούτζ! Το Πνεύμα, αμίλητο πάντα, προχώρησε. Ο Σκρούτζ ακολούθησε τα βήματά του. Μετά από λίγο έφτασαν σε μία καγκελόπορτα. Ο Σκρούτζ γούρλωσε τα μάτια. Ήταν το νεκροταφείο. Το Πνεύμα πήγε και στάθηκε εμπρός από έναν τάφο. Ο Σκρούτζ πλησίασε τρέμοντας. Πάνω στην ταφόπλακα διάβασε χαραγμένο το όνομά του: «ΕΜΠΕΝΕΖΕΡ ΣΚΡΟΥΤΖ».

«Μά, τότε, στο χρηματιστήριο θα πρέπει να μιλούσαν για μένα», κλαψούρισε, «καί οι κλέφτες λήστεψαν, μόλις πέθανα, το δικό μου σπίτι!».

«Πνεύμα, βοήθεια, βοήθεια!» φώναξε. «Δεν θέλω να τελειώσει έτσι η ζωή μου. Μπορώ… θέλω να την αλλάξω. Τα μαθήματα των τριών πνευμάτων δεν θα πάνε χαμένα. Μπορείς να αλλάξεις το μέλλον μου;».

Πάνω στην αγωνία του ο Σκρούτζ αγκάλιασε το Πνεύμα από τη μέση. Αλλά η κάπα ήταν άδεια -τό Πνεύμα έγινε ατμός- και ο Σκρούτζ αγκάλιαζε στην πραγματικότητα το κάγκελο του κρεβατιού του! Ναί, του δικού του κρεβατιού! Βρισκόταν πάλι στην κρεβατοκάμαρά του. Ανακουφισμένος από την αγωνία, κλαίγοντας και γελώντας, έτρεξε να αγγίξει τις κουρτίνες. Ήταν εκεί, στη συνηθισμένη τους θέση. Βάλθηκε να χοροπηδά σ όλο το σπίτι γεμάτος ευτυχία. Όλα ήταν στη θέση τους! Τίποτα δεν είχε αλλάξει! Και τη μεγάλη του χαρά διέκοψαν μόνο οι καμπάνες των εκκλησιών, πού χτυπούσαν χαρούμενες σ όλη την πόλη.

ΤΟ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ ΤΕΛΟΣ

Ο Σκρούτζ έτρεξε κι άνοιξε το παράθυρο. Ο ήλιος έλαμπε. Το κρύο ήταν τσουχτερό, αλλά το πρωινό ευχάριστο. «Τί ημέρα είναι σήμερα;», ρώτησε ένα αγόρι πού περνούσε απέξω. «Σήμερα έχουμε Χριστούγεννα!».

«Α τότε, δεν τα έχασα», φώναξε ο Σκρούτζ. «Τα πνεύματα έκαναν τη δουλειά τους μέσα σε μία μόνο νύχτα!».

«Αγόρι μου», ξαναείπε στο παιδί. «Τρέξε, σε παρακαλώ, στο χασάπη και πές του να μου φέρει τη μεγαλύτερη γαλοπούλα του. Θα σου χαρίσω ένα σελίνι, ίσως και τρία, αν επιστρέψεις μέσα σε πέντε λεπτά».

Το παιδί δε δίστασε στιγμή. Έτρεξε γρήγορα και ξαναγύρισε λαχανιασμένο, παρέα με τον κρεοπώλη, πού κουβαλούσε μία τεράστια γαλοπούλα.

«Θα τη στείλω στον Μπόμπ Κράτσιτ», κρυφογέλασε ο Σκρούτζ, «χωρίς να μάθει ποιός του τη δώρισε».

Το πουλί ήταν τόσο βαρύ, ώστε ο Σκρούτζ αναγκάστηκε να καλέσει ένα αμάξι για να το μεταφέρει ως το σπίτι του κλητήρα του. Ο Σκρούτζ, χαμογελώντας, πλήρωσε το αγοράκι, το χασάπη και τον αμαξά. Ένιωθε υπέροχα.

Ο Σκρούτζ έκανε το μπάνιο του, φόρεσε ένα καθαρό κοστούμι και βγήκε περίπατο. Βάδιζε με τα χέρια σταυρωμένα στη ράχη, παρατηρώντας τους περαστικούς. Όλοι ήταν χαρούμενοι. Μερικοί του ευχήθηκαν «Καλά Χριστούγεννα!». Ο Σκρούτζ ομολόγησε ότι ποτέ δεν είχε ακούσει πιο ευχάριστα λόγια. Στο δρόμο συνάντησε έναν από τους δυο κυρίους πού την προηγουμένη τον είχαν επισκεφθεί για να του ζητήσουν τη βοήθειά του για τους φτωχούς.

«Καλέ μου κύριε», του φώναξε «πώς είστε;».

Κι όταν ο άνθρωπος πλησίασε, ο Σκρούτζ του ψιθύρισε κάτι στο αυτί. Εκείνος τον κοίταξε κατάπληκτος. «Μιλάτε σοβαρά, κύριε Σκρούτζ;» φώναξε. «Μα είστε πολύ γενναιόδωρος!». «Μή με ευχαριστείτε», του απάντησε ο Σκρούτζ. «Κάντε μόνο τον κόπο να περάσετε μία από αυτές τις μέρες, όσο το δυνατόν πιο σύντομα, από το γραφείο μου. Θα είναι δική μου ευχαρίστηση!».

Στο τέλος, ο Σκρούτζ κατέληξε εμπρός στο σπίτι του ανιψιού του. Δίστασε για λίγο στο κεφαλόσκαλο. Αλλά μετά πήρε την απόφαση και χτύπησε το κουδούνι. Η υπηρέτρια του άνοιξε την πόρτα.

«Το αφεντικό σου είναι μέσα;» τη ρώτησε.

«Μάλιστα, κύριε. Περάστε. Κάθεται ήδη με τη σύζυγό του και τους καλεσμένους στο τραπέζι, θα σάς δείξω…».

«Δε χρειάζεται, καλή μου», της απάντησε ο Σκρούτζ. «Γνωρίζω πολύ καλά αυτό το σπιτάκι». Ανοιξε σιγανά την πόρτα της τραπεζαρίας και έχωσε το κεφάλι μέσα.

«Φρέντ», ρώτησε, «μπορώ να περάσω;».

«Ποιός είναι;» ρώτησε έκπληκτος ο ανιψιός του Σκρούτζ γυρνώντας το κεφάλι του.

«Ο θείος σου ο Σκρούτζ», του απάντησε. «Ήρθα για το χριστουγεννιάτικο τραπέζι πού με κάλεσες!».

Ο Φρέντ και η γυναίκα του χάρηκαν πολύ πού τελικά ο Σκρούτζ αποφάσισε να τους κάνει την τιμή. Και η γιορτή εξελίχτηκε θαυμάσια. Το γεύμα ήταν νοστιμότατο. Ακολούθησαν μουσική και χορός. Έπαιξαν διάφορα διασκεδαστικά παιχνίδια και φυσικά παντομίμα. Αλλά το καλύτερο απ όλα ήταν εκείνη η ξέφρενη χαρά πού ένιωθε μέσα του ο Σκρούτζ.

Την επομένη, ο Σκρούτζ πήγε πολύ νωρίς στο γραφείο. Ήθελε να κάνει έκπληξη στον κλητήρα του, πού ήξερε ότι θα αργούσε να φανεί στη δουλειά. Και πράγματι, ο Μπόμπ Κράτσιτ ήρθε λίγο πριν τις δέκα. Κάθησε αθόρυβα στη θέση του, με την ελπίδα ότι ο Σκρούτζ δε θα έπαιρνε είδηση την καθυστέρησή του.

«Ααα!» γκρίνιαξε τότε ο Σκρούτζ προσπαθώντας να μιμηθεί το γνωστό κακότροπο ύφος του. «Τί σημαίνει πάλι αυτό;».

«Συ-συ-συγγνώμη, κύριε», τραύλισε ο Μπόμπ Κράτσιτ, «δέν πρόκειται να ξαναργήσω».

«Και πώς μπορείς να δίνεις τέτοιες υποσχέσεις;» του είπε μουτρωμένος ο Σκρούτζ. Ο Μπόμπ άρχισε να τρέμει. Φοβήθηκε την απόλυση.

«Πάντως, για τούτη τη φορά…» συνέχισε ο Σκρούτζ «νομίζω ότι πρέπει να σου αυξήσω το μισθό σου!».

Κατάπληκτος ο Μπόμπ σκέφτηκε να τρέξει για βοήθεια. Νόμισε ότι ο εργοδότης του τρελάθηκε!

«Καλά Χριστούγεννα, αγόρι μου», του είπε τότε ήρεμος και χαμογελαστός ο Σκρούτζ, με τρόπο τόσο ειλικρινή, ώστε τελικά τον έπεισε ότι τα είχε τετρακόσια. «Και όχι μόνο θα σου κάνω αύξηση, αλλά θα βοηθήσω και την οικογένειά σου. Πήγαινε, όμως, πρώτα σε παρακαλώ, να αγοράσεις κι άλλα κάρβουνα, θα ζεσταθούμε καλά κι έπειτα καθισμένοι δίπλα στη φωτιά θα συζητήσουμε όλες τις λεπτομέρειες.

Ο Σκρούτζ κράτησε το λόγο του. Και σύντομα ο μικρός Τίμ ξεπέρασε την αρρώστια, απέκτησε δυνάμεις κι έγινε ένα γελαστό και όμορφο αγόρι, πού ο Σκρούτζ το φρόντισε σαν να ήταν δικό του παιδί. Ο πρώην τσιγκούνης έγινε πολύ γενναιόδωρος κι ήταν πάντα ευγενικός με όλους. Μερικοί βέβαια τον κορόιδεψαν για τη μεταβολή του χαρακτήρα του. Αλλά ο Σκρούτζ δεν ενοχλήθηκε γιατί, όπως είπε πολύ σοφά: «Καλύτερα να σε περιγελούν παρά να σε περιφρονούν!».

Ο Σκρούτζ δεν ξαναείδε τα πνεύματα. Αλλά από εκείνη την ημέρα, όπως λένε, δεν υπήρχε άνθρωπος πού να γιορτάζει καλύτερα τα Χριστούγεννα από τον Εμπενέζερ Σκρούτζ.

ένα ερωτηματικό όλα;;;;; της Αννας Μπιθικώτση

καλημερα και καλη Κυριακη φιλαρακια μου.Σημερα ειχα τη διαθεση να μοιραατω μαζι σας σκεψεις μου ..σας τις καταθετω..
Ποιος θα απαντήσει σήμερα στις ερωτήσεις μου;
Ταξιδεύει η καρδιά με πανιά τα θέλω της;
Ποιος δίνει τη ζωή του για να σώσει μια ζωή;
Ταξιδεύει ο ρεμβασμός εν έτη 2011;      

ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΗ....ΠΑΛΕΨΕ ΓΙ'ΑΥΤΗΝ!!

ΟΜΟΡΦΙΑ...............Θαύμασέ την
ΕΥΚΑΙΡΙΑ................Άρπαξέ την
ΥΠΟΣΧΕΣΗ.............Τήρησέ την
ΠΙΚΡΑ....................Ξεπέρασέ την
ΤΡΑΓΩΔΙΑ..............Αντιμετώπισέ την
ΕΥΛΟΓΙΑ................Δέξου την
ΑΓΑΠΗ..................Nίωσε την
ΚΑΘΗΚΟΝ..............Ανέλαβέ το
ΜΥΣΤΗΡΙΟ............Εξερεύνησέ το
ΘΗΣΑΥΡΟΣ............Διαφύλαξέ τον
ΥΜΝΟΣ..................Τραγούδησέ τον
ΠΑΙΧΝΙΔΙ..............Πάρε μέρος
ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ..........Πάρε ρίσκα
ΟΝΕΙΡΟ................Κάντο αληθινό
ΕΥΤΥΧΙΑ...............Την αξίζεις

ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΗ....ΠΑΛΕΨΕ ΓΙ'ΑΥΤΗΝ!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2011

Το αστεράκι που φοβόταν το σκοτάδι : ένα παραμύθι για όλους από την Κατερίνα taksidaki Μηνά


Δεν ξέρω πως να περιγράψω τα συναισθήματα που αφήνει αυτό το παραμύθι στον αναγνώστη.
Το έδωσα στα παιδιά και το ήπιαν σαν νεράκι... το άνοιξα να δω γιατί το ξεζούμισαν μονορούφι τα παιδιά και έμεινα με μια γλύκα στην καρδιά.... Μια γλύκα από ...ΑΓΑΠΗ και ΕΛΠΊΔΑ!!!


………..
«Αστεράκι, αυτό που λες δεν γίνεται.  Δεν μπορείς να βλέπεις κάθε μέρα τον φίλο σου. Δεν θα είναι καλό ούτε για τη  δουλειά που θα αναλάβεις, μα περισσότερο για τον φίλο σου. Ευχαρίστως να σου επιτρέψω να πηγαίνεις κοντά του την ημέρα  των γενεθλίων του και το καλοκαίρι, τις μέρες που θα κάνεις κι εσύ διακοπές. Αλλά όχι κάθε μέρα. Ξέχασε το»  

H ζωη ειναι .......ταξιδι: της Αννας Μπιθικώτση


Η ζωή είναι δρόμος!
Η ζωή είναι ταξίδι!
Η ζωή είναι ένα τρένο...    

Το στοιχειωμένο σχολείο: απο τον Δ. Ζαφειρακόπουλο.


"Σε κάποιον ορεινό δήμο της Αχαΐας ήταν δήμαρχος πολλά χρόνια ο Ντελής, διάσημος κλεπταποδόχος. Ολοι οι κατσικοκλέφτες του δήμου ήσαν φίλοι του. Σχεδόν κάθε μέρα τού 'φερναν και από μια γίδα κλεφτή και την έτρωγαν μαζί. Τα νταούλια έδιναν κι έπαιρναν στου δήμαρχου το σπίτι. Αχώριστος σύντροφος της παρέας ήταν και ο δάσκαλος του χωριού. Μάθημα, φυσικά, ποτέ δεν έκανε. Οι κάτοικοι, απελπισμένοι, ζητούσαν τη βοήθεια του ιερέα του χωριού.  

Το άρρωστο Αλογο απο τον Ζαχαρία Παπαντωνίου


Το άρρωστο Αλογο
Στην αγορά του Σαββάτου τ άλογα που ήταν για πούλημα μιλούσαν κάτου απ τη λεύκα για την ζωή τους. Κι ένα κόκκινο άλογο, κουρασμένο, με το κεφάλι χαμηλά, τους διηγώταν τα θαυμάσια των ταξειδιών του.  

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Εφορία προς Άγιο Βασίλη


Υπουργείο Οικονομικών, Τμήμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος..

Προς Άγιο Βασίλη
Αγαπητέ Άγιε,
Μετά από έλεγχο στις επιχειρήσεις σας διαπιστώθηκαν τα ακόλουθα:  

Αη Γιώργης: από την μαγική φωνή της Μαριώ




Μουσική: Λουδοβίκος των Ανωγείων
Στίχοι: Φίλιππος Γράψας
Ερμηνεία: Μαριώ

Αη Γιώργης

Ταξίδι απ' τα Επτάνησα
κι η Σαλονίκη μάγισσα.
σε κράτησε δικό της    

Τρίτη 13 Δεκεμβρίου 2011

Ημερήσιο ωροσκόπιο: : ♒ Υδροχόος

 
 14 Δεκ 2011
Ημερήσια τύχη
Οι θετικές όψεις της Σελήνης ευνοούν ιδιαίτερα σήμερα θέματα οργάνωσης μέσα από επαφές και συζητήσεις, τόσο στον επαγγελματικό όσο και στον προσωπικό σας τομέα. Σημαντικές συζητήσεις με το ταίρι σας αλλά και συνεργάτες, σας δείχνουν νέους τρόπους να πετύχετε αυτά που επιθυμείτε. Δώστε με την είσοδο του Άρη στο ζώδιο σας ιδιαίτερη προσοχή σήμερα σε μετακινήσεις και οικονομικά θέματα.

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2011

τα κάνεις όλα!!



Με ένα γραμμάριο Fairy πλένεις 100 πιάτα...
Με ένα γραμμάριο κόκα πλένεις 100 πιάτα,
σκουπίζεις,
σφουγγαρίζεις,
μαγειρεύεις,
κουρεύεις το γκαζόν...................

Ο ΝΕΟΠΛΟΥΤΟΣ: ένα ακόμα ποίημα του Μάριου Ζαμπίκου (Μαράκος)




Ο ΝΕΟΠΛΟΥΤΟΣ

Εσύ που χρήμα γέμισες
και ύφος λόρδου πήρες,
ζαβλακωμένος στέκεσαι
σαν νάπιες χίλιες μπύρες   

Κυριακή 11 Δεκεμβρίου 2011

Τρόποι διαχείρισης της κατάθλιψης


από την Βασιλική Βενέτη, Μ.Α. Κλινική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια:


Ακούμε συχνά τους ειδικούς να υποστηρίζουν ότι η κατάθλιψη αποτελεί τη ψυχική ασθένεια του αιώνα αφού επηρεάζει σημαντικά τη διάθεση ενώ επιδρά άμεσα τόσο στον τρόπο σκέψης όσο και στη συμπεριφορά των ανθρώπων. Κάποιες φορές παρατηρούμε την εμφάνιση συγκεκριμένων σωματικών συμπτωμάτων ως μέσο εκτόνωσης της ψυχικής έντασης που νιώθουμε.  

έτσι κάνουμε τις δουλειές μας!!! χαχαχαχχα


Ο γέρος Άραβας ζει στη Νέα Υόρκη για πάνω από 40 χρόνια. Θέλει να φυτέψει πατάτες στον κήπο του, αλλά είναι μόνος κι αδύναμος. Στέλνει λοιπόν ένα e-mail στο γιο του, που σπουδάζει στο Παρίσι:
Αγαπημένε μου γιε, είμαι πολύ λυπημένος επειδή δεν μπορώ να φυτέψω πατάτες στον κήπο μας. Είμαι βέβαιος πως, εάν ήσουν εδώ, θα με βοηθούσες να σκάψουμε τον κήπο.
Σε αγαπώ, ο πατέρας σου.
Σε μια ώρα, ο γέρος λαμβάνει e-mail απάντησης από το γιο του:
Αγαπημένε μου πατέρα, παρακαλώ μην αγγίζεις τον κήπο, γιατί ΕΚΕΙ έκρυψα το ΠΡΑΜΑ.
Σ' αγαπώ κι εγώ,
Ahmed.

Σε 15 λεπτά, ο αμερικανικός στρατός, το ναυτικό, το FBI , η CIA και οι Rangers περικυκλώνουν το σπίτι του γέρου, σκάβουν ολόκληρο τον κήπο, ερευνούν το σπίτι, γδύνουν τον γέρο, ΔΕΝ βρίσκουν απολύτως τίποτε και φεύγουν απογοητευμένοι. Μισή ώρα αργότερα, ο γέρος λαμβάνει ένα άλλο e mail από το γιο του:

Αγαπημένε μου πατέρα, είμαι βέβαιος ότι ο κήπος είναι ήδη σκαμμένος και μπορείς να φυτέψεις τις πατάτες. Έκανα ό,τι μπορούσα για να σε βοηθήσω από το Παρίσι.
Σ' αγαπώ, Ahmed

Ο ΜΠΑΡΜΠΑ-ΓΙΆΝΝΗΣ ΚΙ Ο ΓΆΔΑΡΌΣ ΤΟΥ του Αργύρη Εφταλιώτη


Αν έχει ιστορία ο μπαρμπα-Γιάννης, τη χρωστάει στο γάδαρό του. Επειδή ο γάδαρός του -Ψαρό τον έλεγε, ας τον πούμε και μεις Ψαρό - δούλεψε καλά στη ζωή, του, από την ώρα που σήκωσε σαμάρι η ράχη του. Επειδή στάθηκε καλότυχος γάδαρος ο Ψαρός, μ’ όλη του τη βαριά δουλειά που έκαμε στη ζωή του.    

Συζητώντας με τον θεό...



Ο Θεός πήρε το χέρι μου στο δικό του, μείναμε για λίγο σιωπηλοί και μετά ρώτησα..

- «Σαν γονιός, ποια είναι τα μαθήματα ζωής που θα θέλατε να μάθουν τα παιδιά σας;»

Ο Θεός απάντησε χαμογελώντας:

-«Να μάθουν ότι δεν μπορούν να αναγκάσουν τους άλλους να τους αγαπήσουν. Αυτό που μπορούν να κάνουν είναι να γίνουν άξιοι να αγαπηθούν.

-Να μάθουν ότι δεν μετράνε περισσότερο τα πράγματα που έχουμε στη ζωή... μας,

αλλά οι άνθρωποι που έχουμε στη ζωή μας.

- Να μάθουν ότι δεν ωφελεί να συγκρίνουμε τους εαυτούς μας με τους άλλους.

- Να μάθουν ότι πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει τα περισσότερα, αλλά

αυτός που χρειάζεται τα λιγότερα.

Να μάθουν ότι μέσα σε ελάχιστες στιγμές μπορείς ν’ ανοίξεις στον άλλο πληγές που μετά παίρνει χρόνια πολλά να τις γιατρέψεις.

-Να μάθουν τη συγχώρεση συγχωρώντας.

- Να μάθουν πως υπάρχουν άνθρωποι που τους αγαπούν πραγματικά, που όμως δεν ξέρουν πώς να δείξουν ή να εκφράσουν τα αισθήματά τους.

- Να μάθουν ότι τα χρήματα μπορούν να αγοράσουν τα πάντα …ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΥΤΥΧΙΑ!!!!

- Να μάθουν ότι δύο άνθρωποι μπορεί να κοιτούν το ίδιο πράγμα και να βλέπουν δύο διαφορετικά πράγματα.

- Να μάθουν ότι δεν φτάνει πάντα να σε συγχωρούν οι άλλοι! Πρέπει να μπορείς να συγχωρήσεις κι ο ίδιος τον εαυτό σου.

Τέλος, να μάθουν ότι για τα παιδιά μου εγώ θα είμαι πάντα εδώ…

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

Ο Έλληνας ο καραφλός


Τον Έλληνα τον τριχωτό, που θύμιζε γορίλα,
τον κούρεψαν, τον ξούρισαν, τον κάμανε ξεφτίλα.

Του άλλαξαν τα πέταλα, να μοιάζει ευρωπαίος,  

“Παλιά” τα παιδιά αναμνήσεις για μας τα μεγάλα παιδιά

Το βρήκα και το αναρτώ, δεν ξέρω τα στοιχεία του συγγραφέα, αλλα νομίζω το κείμενο οτι εκπροσωπεί πολλούς απο εμάς τους κάποιας ηλικίας...

Περάσαμε την παιδική μας ηλικία περιμένοντας: Έπρεπε να περιμένουμε δύο ώρες μετά το φαγητό πριν κολυμπήσουμε,δύο ώρες μεσημεριανό ύπνο για να ξεκουραστούμε και τις Κυριακές έπρεπε να μείνουμε νηστικοί όλο το πρωί για να μεταλάβουμε. Ακόμα και οι πόνοι περνούσαν με την αναμονή. Οι κούνιες ήταν φτιαγμένες από μέταλλο και είχαν κοφτερές γωνίες.  

Πιες λάδι



Έχω λιοστάσι κάμποσο, τέτοια εποχή μαζεύω,
με τα πανιά, με τση ελιές, με τα σακιά παλεύω.

Πάντα από πάνου και δεξιά, αρχίζω, ξεκινάω,
βασίλισσα η κούραση, και ΄κείνα που περνάω.  

Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 2011

Δεν πιστεύουμε στους θησαυρούς που έχουμε μπροστά μας;


ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ εμφανίστηκε το πρώτο συγκεκριμένο σημάδι κίνδυνου. Τρεις πολεμιστές πλησίασαν και τους ρώτησαν τι γύρευαν οι δυο τους εκεί πέρα.

τα τέσσερα ζώα που θέλει να εχει μια γυναίκα


Ποιά είναι τα τέσσερα ζώα που θέλει να έχει μια γυναίκα;
Μια jaguar στο γκαράζ της, 
μια αλεπού στη ντουλάπα της,
 ένα τίγρη στο κρεβάτι της κι 
ένα βόδι για να πληρώνει τα παραπάνω!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!

Τρίτη 6 Δεκεμβρίου 2011

Ο μικρός Πάντσο...


Τα παιδιά ήταν μόνα… η μητέρα είχε φύγει από νωρίς το πρωί και τα είχε αφήσει στη Μαρίνα, μια νέα δεκαοχτώ χρόνων, την oποία έπαιρνε κάποιες φορές για λίγες ώρες προκειμένου να τα προσέχει με αντάλλαγμα μερικά νομίσματα.
Από τότε που είχε πεθάνει ο πατέρας, οι καιροί είχαν δυσκολέψει πολύ για να το ρισκάρει να λείψει από τη δουλειά όταν η γιαγιά αρρώσταινε ή έλειπε από την πόλη.  

Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

αυτά είναι δώρα γενεθλίων!!!




εκείνη: Που είναι το δώρο για τα γενέθλια μου ?
εκείνος: Βλέπεις εκείνη την πανέμορφη κόκκινη Φεράρι απέναντι ?
εκείνη: (Χοροπηδώντας από την χαρά της) - Ναι!!!
εκείνος: Σου αγόρασα ένα εξαιρετικό βερνίκι για τα νύχια σου που έχει το ίδιο χρώμα!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!!
χαχαχαχαχαχαχ

Δυο ανιστόρητοι λαοί.....απο την φιλη LILA KIRA



Δυο ανιστόρητοι λαοί.

Γκρ.......σκι κάτσε φρόνημα,
μη μου κολλάς στη μάπα
γιατί θα μείνεις μόνος σου
σε άσκεπη παράγκα.
 

Το γιασεμί.



Είναι αναρριχώμενος θάμνος, συνήθως αειθαλής αλλά και φυλλοβόλος. Τα φύλλα του εναλλάσσονται είναι απλά ή τρίφυλλα και πτερωτά. Τα άνθη του είναι λευκά στα περισσότερα είδη αλλά και κίτρινα, λευκά-ροζ, ροζ, γαλάζια και μπλε. Είναι αρωματικά και αναδύουν ένα γλυκό πολύ ευχάριστο άρωμα.
Το γιασεμί πολλαπλασιάζεται με εμβολιασμό, με μοσχεύματα ή με καταβολάδες. Είναι ευαίσθητο στο δυνατό κρύο και τον παγετό ενώ αγαπά τη ζέστη και τη μεγάλη ηλιοφάνεια.

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2011

καποιος χτυπά το τζάμι;;; χαχαχαχαχαχαχ



Πάει ένας τύπος στο συνεργείο για κάποια βλάβη που έχει στο αυτοκίνητό του. Βρίσκει τον μάστορα ελεύθερο και τον ρωτάει:

- Ρε μάστορα έχω ένα πρόβλημα

- Τι πρόβλημα; του απαντάει αυτός

- Να, καθώς πηγαίνω στην Εθνική Οδό με 220 χιλιόμετρα, στο πίσω παρμπρίζ ακούω ένα Τακ, Τακ, Τακ...

Και ο μάστορας του απαντά:
- Δεν είναι τίποτα. Ο χάρος σε προειδοποιεί να ελαττώσεις ταχύτητα.
Λόγω οικονομικής αμνησιας, δε θυμάμαι αν έρχοντε χριστούγεννα ή πάσχα.
Γι αυτό δε ξέρω αν σουβλισετε δέντρο,ή αν στολισετε αρνί...
Πάντως σας εύχομαι το φλουρί
να πέσει στο δικό σας αυγό...
Καλό δεκαπενταύγουστο..

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2011

ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΜΥΡΩΠΗ η ΜΕΡΟΠΗ: Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα



ΑΓΙΑ ΜΑΡΤΥΣ ΜΥΡΩΠΗ η ΜΕΡΟΠΗ
2 Δεκεμβρίου
Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα





Η αγία Μυρώπη η Μερόπη γεννήθηκε στην Έφεσο τα μέσα του 3ου αιώνα μ.Χ. και ορφάνεψε από πατέρα σε μικρή ηλικία. Η μητέρα της, η οποία καταγόταν από την Χίο, ήταν ευσεβής γυναίκα και την ανέθρεψε «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου».
 

Καλημέρα και καλό μήνα!


Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

καληνύχτα


Ο Χριστόφορος Κολόμβος μπόρεσε να ανακαλύψει την Αμερική επειδή ΗΤΑΝ ΑΝΥΠΑΝΤΡΟΣ!!!!!!



Αν ο Χριστόφορος Κολόμβος είχε γυναίκα, θα είχε ακούσει τα παρακάτω :
- Και γιατί πρέπει να πας εσύ;
- Τι; Δεν μπορούν να στείλουν κάποιον άλλον; Τι είσαι εσύ; Ο μοναδικός; Χωρίς εσένα δεν γίνεται; Δεν βλέπεις ότι σε εκμεταλλεύονται;
- Εσύ δεν γνωρίζεις καλά ούτε την οικογένειά μου και πας να ανακαλύψεις το Νέο Κόσμο; Τι κρύβεις;
- Ποια στρογγυλή Γη, μωρέ;
- Τι; Θα πάνε μόνο άντρες; Σώπα!
- Γιατί δεν μπορώ να έρθω κι εγώ; Αφού εσύ είσαι το αφεντικό. Εμένα ποτέ δεν με πας ταξίδια.
- Αν βγεις από την πόρτα εγώ την ίδια στιγμή επιστρέφω στη μαμά μου.
- Τι λες; Και η βασίλισσα θα πουλήσει τα κοσμήματά της για να ταξιδέψεις εσύ; Τι νομίζεις ότι είμαι, βλαμμένη; Τι τρέχει με σένα και αυτήν τη γριά;
- Δεν μπορείς να πας! Τελεία και παύλα!
- Μην ντύνεσαι, διότι εσύ ΔΕΝ ΠΑΣ ΠΟΥΘΕΝΑ!!!

ΠΟΤΕ ΜΗΝ ΑΠΕΛΠΙΖΕΣΑΙ, ΑΓΩΝΙΣΟΥ KAI EXE ΠΙΣΤΗ ΟΛΑ ΘΑ ΠΑΝΕ ΚΑΛΑ.

Πάλι απο το ιντερνετ δανεισμένο!!

Κάποτε ένας ναυτικός βρέθηκε ναυαγός σ’ ένα ακατοίκητο τροπικό νησί μόνος κι έρημος. Με πολλούς κόπους, χωρίς εργαλεία, εργαζόμενος μόνο με τα χέρια του, κατάφερε να φτιάξει μια ξύλινη καλύβα για να μπορέσει να προστατευτεί κατά την περίοδο των βροχών. Πράγματι είχε μόλις τελειώσει την καλύβα όταν άρχισε να βρέχει ασταμάτητα. Όμως την δεύτερη κιόλας μέρα ένας κεραυνός έκαψε την καλύβα του και την έκανε στάχτη. Ο ναυαγός, που πρώτα δόξαζε το Θεό για τη σωτηρία του, τώρα αναλύθηκε σε δάκρυα.
 «Γιατί Θεέ μου», άρχισε να λέει και να παραπονιέται για την καταστροφή. Κι ενώ η απελπισία πλημμύριζε την καρδιά του άκουσε από το πέλαγος το σφύριγμα ενός μεγάλου πλοίου. Σε λίγο μια βάρκα ήταν στην παραλία. 
«Πώς με βρήκατε σε τούτη την ερημιά;» τους ρώτησε. 
«Είδαμε, του είπαν, το σινιάλο του καπνού απ’ την φωτιά που άναψες»! Όταν βλέπεις τα όνειρα, τις επιδιώξεις και τα έργα σου κάποιες φορές να γίνονται στάχτη κι αποκαΐδια, μην απελπίζεσαι. Περίμενε και θα προβάλει ανέλπιστα το υπερωκεάνιο του Θεού.
 Γιατί στ’ αλήθεια: «Τοῖς ἀγαπῶσι τὸν Θεὸν πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν» (Ρωμ. 8, 28). Και μην πεις στο τέλος ότι ήταν τυχαίο!