Αν σε μισήσουν: αγάπησέ τους, Αν σε πληγώσουν: λάτρεψέ τους, Αν σε πικράνουν: συγχώρεσέ τους... Μην ξεχνάς: ΕΙΝΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ!

Παρασκευή 23 Ιουλίου 2010

Πατέρας



Μια από τις πρώτες εάν όχι η πρώτη μου επίσκεψη με την άφιξη μου στο χωριό, είναι αυτή στον πατέρα μου.
Φτάνοντας λοιπόν εκεί στο χώρο όπου βρίσκεται εδώ και δεκαεπτά ολόκληρα χρόνια, άναψα ένα τσιγάρο. Κάθισα κοντά του εκεί στο μάρμαρο, δίπλα στο μαξιλάρι του και προσέφερα ένα τσιγάρο και σε αυτόν, που το δέχτηκε με λαχταρά.
Δυο ολόκληρα χρόνια είχε να καπνίσει….
Καπνίζαμε λοιπόν αμίλητοι και οι δυο, Μια παρέα που είχε πάει επίσκεψη σε κάποιον δικό τους, βλέποντας με να καπνίζω εκει, έφυγαν διακριτικά αφού με χαιρέτησαν από μακριά. Με άφησαν μόνο με τον πατέρα μου να κουβεντιάσουμε…….
Το τσιγάρο μου τέλειωσε, αμέσως και αυτός πέταξε το δικό του αν και δεν το είχε τελειώσει ακόμα. Κατάλαβα ότι ρουφούσα τον καπνό με μανία, σαν να ήθελα να χορτάσω, ενώ αυτός το απολάμβανε με μικρές ρουφηξιές…
Θυμήθηκα ότι ο γιατρός το είχε πει, τον έφαγε το τσιγάρο…. Ο πνεύμονας του είναι γεμάτος από καρκίνο κι δυστυχώς έχει κάνει μετάσταση στο πανγκρεας και τον εγκέφαλο… δεν έχει άλλο ζωή μέσα του, αργήσατε να τον φέρετε…
Λοιπόν κακώς του έδωσα τσιγάρο, τι θέλω να τον χάσω;;
Με την σκέψη αυτή με έπιασαν τύψεις, γαμοτο λες εγώ να φταίω που είναι τώρα εκεί;;
Λες να φταίω που ξέκλεβα χρόνο για να κάνουμε ένα τσιγάρο αμίλητοι , Λες να είμαι εγώ η αιτία του χαμού του;;
Μα τις σκέψεις μου αυτές πρέπει να ακουστήκαν δυνατά , έτσι ο πατέρας ανασηκώθηκε λοιπόν από το μαρμάρινο μαξιλάρι του και με φωνή που κανείς δεν μπορεί να ακούσει, παρά μόνο να νιώσει μέσα του, μου είπε:
Δεν με έφαγες εσύ, μην λες μαλακιες, ξέρεις ότι αν δεν κάναμε τοτε εκείνα τα τσιγάρα μαζί, εγώ θα είχα φύγει πολύ πιο γρήγορα…….…..
Δεν είναι ο καρκίνος που με έφαγε, όχι, μακάρι να ήξεραν οι γιατροί την τύφλα τους..
Εμένα με έφαγε η απελπισία, η μοναξιά που είχα ανάμεσα σας, όλοι με βλέπατε σαν την κολόνα του σπιτιού, όλοι τα περιμένατε όλα από μένα…..
Μα εγώ δεν ήμουν από γερό ξύλο… Σαπιοξυλο λουστραρισμένο ήμουν, και ένιωθα τους τριγμούς μου, ένιωθα το βάρος να με γκρεμίζει. Θυμάσαι πόσες νύχτες καθόμουν εξω στην αυλή καπνίζοντας με μια κανάτα καφέ δίπλα μου;;
Με είδατε ποτέ να κοιμάμαι;;
Μα δεν σας έκανε ποτε εντυπωση;;
Όταν έφτασα στο αμήν και έχασα κάθε ελπίδα να μπορέσω να κάνω αυτό που έπρεπε ηρθέ ο γιατρός με την διάγνωση. Αυτό είναι ειπα μέσα μου. Πρέπει να με βοήθησε ο θεός και σε τέσσερις μέρες τελείωσαν οι καημοί. Από τότε προσπαθώ να καταλάβω τι έκανα λάθος και έγινε ότι έγινε..
Με αυτό το λογίδριο με αιφνιδιασε, ποτέ τόσα χρονιά δεν ειχε αναφερθεί σε εκείνη την περιοδο πριν πεθάνει….
Άκουσα το παράπονο του, τον καημό του, και δάκρυα κύλησαν στα μάτια μου.
Ένιωσα αναξιος για οτιδήποτε στη ζωή, διοτι πάντα τον λάτρευα και τον αγαπούσα, πάντα ήθελα να είμαι δίπλα του, και το έκανα με τον τρόπο μου. Δεν είχα όμως ποτέ την δύναμη να το πω κατάμουτρα, να τον αγκαλιάσω να τον φιλήσω να του πω, πατέρα ξέρω τι περνάς, ξερω τι σε βασανίζει, ποτέ εεεεεεεε
Ήμουν κοντά του αλλα μακριά με την συμπεριφορά μου, αρα γιατί να μην μπορώ ποτε να πω στον άλλο σε αγαπώ, σε νιωθω σε αισθάνομαι είμαι κοντά σου;;
Γιατί ;;
Τα δάκρυα έγιναν ελιγμοί, και με έπιασα να κλαίω δίπλα του περισσότερο και από τότε στην κηδεία, δεκαεπτά χρόνια δεν ειχα ξανακλαψει ετσι δίπλα του. Εκλαψα μέχρι που στέρεψαν τα δάκρυα, και με ζάλισε ο καλοκαιρινός ηλιος και η κάψα που αντανακλούσαν τα μάρμαρα τρυγιρω….
Ετσι ανάψαμε ακόμα ένα τσιγάρο να κάνουμε σιωπηλά όπως κάναμε χρόνια τώρα, από τότε που κανείς δεν ήξερε ότι καπνίζω, παρά μονο αυτός….
Φεύγοντας του άφησα ένα ακόμα να ανάψει όταν το έχει ανάγκη,
Έτσι και αλλιώς και εγω θα ηθελα κάποιος να μου αφήνει και μενα τσιγάρα……
skouliki

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σε ευχαριστώ που ήρθες να με επισκεφτείς, Μιας και ήρθες κανε τον κόπο και γράψε εδώ το σχόλιο σου!