Αν σε μισήσουν: αγάπησέ τους, Αν σε πληγώσουν: λάτρεψέ τους, Αν σε πικράνουν: συγχώρεσέ τους... Μην ξεχνάς: ΕΙΝΑΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ!

Κυριακή 12 Ιουνίου 2011

Μια επίσκεψη από το πουθενά.


Μια επίσκεψη από το πουθενά.

Ακόμα ζω, ακόμα η σκιά μου περιφέρεται ανάμεσα στην κοινωνία των ζωντανών. Αυτά ήταν τα λόγια ενός φίλου μου που άκουσα πρόσφατα. Άλλος θα μιλούσε για φαντάσματα, άλλος για οπτασία, εγώ όμως θα μιλήσω για το περιστατικό αυτό.  
 Πάνε πολλά χρονιά τώρα που ο φίλος Κ…., έφυγε άδοξα από το κόσμο αυτό. Έδωσε τέλος στην ζωή του με το ίδιο του το χέρι. Όλοι τότε νιώσαμε αμήχανα, κλάψαμε και εξοργιστήκαμε με το άδοξο αυτό τέλος ενός νέου. Μα περισσότερο εξοργιστήκαμε που η νεκρώσιμη ακολουθία του δεν είχε την ανάλογη θρησκευτική τελετή….

Ήταν λέει απαγορευμένο να τον ψάλει ο παπάς γιατί αμάρτησε βαριά, άνοιξε την πόρτα για την άλλη ζωή μόνος του.

Μπορεί παπάς όμως να μην πήγε αλλά τον οδηγήσαμε στην στερνή του κατοικία όπως συνηθίζεται να λέγεται, όλοι μαζί, φίλοι συγγενείς, όλοι…..

Μια ψυχή όμως δεν ήταν εκεί, μια ψυχή που ενώ μέχρι χτες ήταν το άλλο του μισό, για άγνωστο σε μας λόγω έφυγε μακριά του. Αυτή η ψυχή δεν ήρθε λοιπόν στην ιδιότυπη αυτή νεκρώσιμη ακολουθία.

Τα χρόνια πέρασαν και μόνο σε συναντήσεις με τους φίλους θυμόμασταν τον φίλο αυτό, αλλά στη θύμηση του πάντα μελαγχολούσαμε και αλλάζαμε συζήτηση, φοβούμενοι δεν ξέρω τι…

Και φτάνουμε στο σήμερα, μετά από τόσα χρόνια και ενώ κάθομαι αμέριμνος και πίνω το καφεδάκι μου, με πλησιάζει μια κύρια, και κάθεται χωρίς πρόσκληση στο τραπέζι μαζί μου….

Αναστατωμένος αλλά και πεπραγμένος από το θράσος να κάτσει δίπλα μου χωρίς να ζητήσει άδεια γύρισα και την περιεργάστηκα….

Κάτι μου έφερε στην μνήμη αλλά δεν μπόρεσα να το ξεδιαλύνω….

Μια ομίχλη κάλυπτε την μνήμη του προσώπου αυτού. Άρχισα να ζορίζω την μνήμη μου να θυμηθώ που έχω συναντήσει αυτό το πρόσωπο. Ξάφνου μια λάμψη έδιωξε την ομίχλη από το πρόσωπο της, Ναιιιιιιιιιιιιιιιιιιιιι

Θυμήθηκα ποια ήταν!!!!!!!!!!!!!!!!!

Έκπληκτος και σύννομα μπερδεμένος προσπάθησα να αρθρώσω κάποια πρόταση αλλά δεν τα κατάφερα, το μονό που είπα ήταν ένα Γιώταααα…….

Με γνώρισες λοιπόν Χρήστο;; Ναι εγώ είμαι η Γιώτα, η φίλη σας, είσαι από τους λίγους που με αναγνώρισαν, μου είπε. Κοιταχτήκαμε στα μάτια πολύ ώρα….

Μιλήσαμε με τα μάτια πολύ ώρα, είπαμε ότι είχαμε να πούμε για τότε με αυτή την ματιά…

Χάθηκες της είπα εφόσον τελείωσε η ματιά ανάμνηση, πόσα χρόνια έχω να σε δω;;

Από τότε.. Έφυγα με τους δικούς μου θυμάσαι;; φύγαμε για να αποφύγουμε τα κουτσομπολιά του κόσμου… επήγαμε στην Αθήνα , να είμαστε ξένοι εκεί χωρίς παρελθόν, να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα ζωής… επαφή δεν είχα με κανέναν στο χωριό τόσα χρόνια, νέα σας δεν θέλησα να μάθω.

Μα έλα όμως που εκεί στην Αθήνα δεν μπόρεσα να διώξω τις σκιές του παρελθόντος, δεν μπόρεσα ποτέ να κοιμηθώ αμέριμνη, ούτε να χαρώ σαν κορίτσι και εγώ, πάντα μια σκιά με φωνάζει να γυρίσω πίσω στο χειμώνα του 86. Έτσι ζω τόσα χρόνια και έτσι σήμερα αποφάσισα να γυρίσω πίσω, να έρθω εδώ να δω τον κόσμο στα μάτια, να δω την περιφρόνηση του απέναντι μου, να αντιμετωπίσω κατά πρόσωπο όλους όσους με θέλουν να είμαι αυτή που έστειλε στην κρεμάλα τον Κώστα…

Χρήστο, εσύ ξέρεις πολύ καλά ποσό αγαπιόμασταν με τον φίλο σου, εσύ ξέρεις καλύτερα από όλους τους άλλους τι συνέβη τότε……… ……



Με είχε αρχίσει σε ένα μονόλογο, και δεν έλεγε να σταματήσει.. Για να πω την αλήθεια άκουγα με ανοιχτό το στόμα και μην μπορώντας από την αμηχανία και την έκπληξη να μιλήσω……

Απορούσα με το θάρρος της να μου μιλά καταπρόσωπο, να μου λέει λέξεις και φράσεις που ποτέ δεν τολμήσαμε να πούμε οι δυο μας…

Με όλα αυτά δεν μπόρεσα ούτε να σκεφτώ να της προσφέρω καφέ..

Αφού μίλησε πολλή ώρα, σηκώθηκε να φύγει…

Η σαστιμάρα μου συνέχισε να είναι σε πλήρη λειτουργία, ανίκανος να μιλήσω ακόμα και να αντιληφθώ τον κόσμο στην σωστή του διάσταση. Θεέ μου τα έχω χάσει σκέφτηκα…

Σηκώθηκε λοιπόν να φύγει, ενώ εγώ ετοιμάστηκα να την καλέσω να μείνει λίγο, να της μιλήσω και εγώ λίγο, αλλά αυτή με αλλοιωμένη φωνή που μου θύμισε τον Κώστα άκουσα από το στόμα της να λέει:

Ακόμα ζω, ακόμα η σκιά μου περιφέρεται ανάμεσα στην κοινωνία των ζωντανών, και συνέχισε με την δική της χροιά φωνής, για αυτό ζω ακόμα και αναπνέω, αλλά νομίζω ότι ήρθε η ώρα να τον αφήσω να ξεκουραστεί, να πάει εκεί οπού πλέον ανήκει, να είμαστε εκεί μαζί και όχι εδώ σε κόσμο που δεν νιώθει.

Ένα νεύμα της κεφαλής και μια ματιά ήταν ο αποχαιρετισμός μας.

Έμεινα κόκαλο πολλή ώρα, δεν ξέρω πόση ..

Όταν συνήλθα από το τρακ, ο καφές είχε γίνει χλιαρός και μια μύγα πάλευε να σωθεί από πνιγμό μέσα στο μαύρο ζουμί…

Κοίταξα γύρω μου να δω αν είναι κανένα ς άλλος, αν στα γύρω τραπέζια υπάρχει κόσμος και ειδικά κανένας φίλος, δυο παρέες έπιναν καφέ και χαζογελούσαν, κανένας γνωστός. Ποιον να ρωτήσω τώρα αν πράγματι ήρθε η Γιώτα στο τραπέζι μου και έγινε αυτή η συζήτηση;;

Σηκώθηκα από την καρέκλα άφησα τα χρήματα για τον καφέ στο τραπέζι και αποχώρησα μπερδεμένος…

Τις επόμενες μέρες χωρίς όμως να κάνω ερωτήσεις σε κανέναν παλιό φίλο δεν μπόρεσα να διασταυρώσω αν είδε κανείς άλλος από το χωριό την Γιώτα…..

Έφυγα λοιπόν με την απορία: να κλείσω έγκαιρα θέση για το……………

2 σχόλια:

Σε ευχαριστώ που ήρθες να με επισκεφτείς, Μιας και ήρθες κανε τον κόπο και γράψε εδώ το σχόλιο σου!