Στην Ζάκυνθο όπως παντού ο πολύς πληθυσμός ήταν μικροκαλλιεργητές και φυσικά φτωχοί. Λίγοι ήταν οι τσιφλικάδες.
Από πάντα οι φτωχοί αυτοί αγρότες και μεροκαματιάρηδες της Ζακύνθου έβλεπαν μια διέξοδο στην ξενιτιά, έστω και εποχιακά για να βγάλουν κανένα μεροκάματο, η το σιτάρι της χρονιάς τους.
Η ξενιτιά δεν ήταν και τόσο μακριά....
Ήταν απέναντι στην Πελοπόννησο που υπήρχαν μεγάλοι κάμποι και άφθονη εποχιακή εργασία στα χωράφια , σταφίδες ρύζι, ελιές, σιτάρι.... ειδικά για το σιτάρι ξενιτεύονταν στην Ρούμελη....
Φεύγαν λοιπόν συνήθως το καλοκαίρι τον θεριστή Αλωνάρη, με ένα σακί αντί βαλίτζα με τα αναγκαία υπάρχοντα τους και πηγαίναν να φέρουν το ψωμί.
Μην θαρρείς ότι τα μεροκάματα ήταν παχυλά, κάθε άλλο, συνήθως πληρώνονταν με είδος: σταφίδα, σιτάρι, ρύζι, ανάλογα με το τι παρήγαγε ο εργοδότης τους κάθε φορά....
Δουλειά από ξημερώματα μέχρι να πέσει ο ήλιος (από ήλιο με ήλιο) με φαγητό και κολατσιό στο χωράφι από τον εργοδότη. Διέμεναν συνήθως σε παράγκες-καλύβες που έφτιαχναν για αυτό τον σκοπό στα χωράφια πλησίον της δουλειάς τους, πολλές φόρες κάτω από δέντρα παρέες παρέες.
Αλήθεια αυτό σας θυμίζει κάτι από τα σημερινά μεροκάματα των αλλοδαπών στην Μανωλάδα με τις φράουλες και σε πολλά άλλα μέρη για αγροτικός εργασίες;
Η σχέση των ντόπιων με τους εργάτες;; χμ Εδώ σε θέλω, δεν έχει να ζηλέψει η αντιμετώπιση τους τίποτα από αυτήν σήμερα των αλλοδαπών, και μην μου πεις Έλληνες ήταν όλοι, εργάτες και εργοδότες. Η περιφρόνηση, η καχυποψία ήταν μόνιμη στους ντόπιους έναντι των...Ζακυνθινών.
Όταν επέστρεφαν οι εργάτες κουβαλούσαν μαζί τους και τα μεροκάματα που πέραν σε...είδος.
4-5 σακιά σιτάρι ή ρύζι ήταν καλά για να έχουν οι οικογένειες να τρώνε ψωμί αρκετό χρονικό διάστημα.
Πίσω όμως στην Ζάκυνθο δεν έμεναν οι δουλειές τους, τις αναλάμβαναν οι γυναίκες και τα παιδιά.
Όλοι οι όχτοι και οι πλαγιές είχαν γίνει σκαλιά και είχαν σπαρθεί σιτάρι, κριθάρι, λαθούρι, φάκες...
Δεν υπήρχε μπουκούνι γης που δεν καλλιεργουταν, ακόμα και ανάμεσα στα λιόφτα και τις σταφίδες και τα βουνά. Τα θερίσματα και το αλώνισμα, αυτά εν απουσία του άντρα πατέρα, μεγάλου γιου το αναλάμβαναν η μάνα, τα μικρά παιδιά και οι γερόντοι.
Δύσκολα χρόνια και φτωχικά, κάθε αναποδιά στις καλλιέργειες αυτές και στην εξεύρεση μεροκάματων εκεί "απέναντι" σήμαινε για την οικογένεια πείνα...
Εκει απέναντι αναγκάστηκαν και μετακόμισαν με τις οικογένειες τους πλέον, πολλοί ζακυνθινοί μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 1953. Δούλεψαν σκληρά, έφτιαξαν περιουσίες, σπίτια.... Όμως ακόμα και σήμερα οι ντόπιοι τους ξένους διακρίνουν, τους αποκαλούν ζακυνθινούς κεφαλλονίτες πρόσφυγες (τους μικρασιάτες του 22).... ακόμα δεν μπορούν αποδεκτούν τους ήσυχους και εργατικούς οικογενειάρχες σαν ίσους με αυτούς...
Αυτά για την ιστορία, γιατί πάντα σαν λαός ήμασταν ...ρατσιστές και δεν γίναμε σήμερα....
Καπως έτσι ξεκινησαν οι ζωές πολλων ανθρώπων απο τα δυσκολα χρονια της επιβίωσης..θα συμφωνησω μαζι σου πως ακομα και σήμερα και εδώ στην Κρήτη λενε τους πρόσφυγες ...προσφυγες και τους μη κρητικούς ξενομπάτες....!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα σε ευχαρισρησω για την επίσκεψη σου στον χώρο μου . και τις ομορφες ευχες σου.. να περνας ομορφα... καλο σου βραδυ..!!!
Καλημέρα Ρουλα, να είσαι καλα,
ΔιαγραφήΟι ζωές όλων μας έχουν τις δυσκολίες τους. εμείς ομως πρέπει να αγκαλιάζουμε όσους δυσκολευονται, αρκεί όμως να υπαρχει σεβασμός κι απο αυτους.....