Ο Γκάμπριελ Γκαρσία Μάρκες έχει αποσυρθεί από τη δημόσια ζωή για λόγους υγείας: καρκίνος στους λεμφαδένες. Η κατάσταση του μοιάζει να επιδεινώνεται μέρα με τη μέρα. Η αποχαιρετιστήρια επιστολή που ακολουθεί εστάλη από τον συγγραφέα στους φίλους του:
Αντιγράφω μια επιστολή του Μαρκές:
«ΑΝ ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωής, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέπτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεπτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ.
Θα έδινα αξία στα πράγματα όχι γι’ αυτό που αξίζουν αλλά γι’ αυτά που σημαίνουν.
Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια μας χάνουμε 60 δευτερόλεπτα φως.
Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμόνταν, θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν.
ΘΕΕ μου, αν μπορούσα θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος.
Θα ζωγράφιζα με ένα όνειρο του Βαν Γκογκ, πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σεράτ.
Θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη Σελήνη.
ΘΕΕ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωής…
Δεν θα ήθελα να περάσει ούτε μια μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι αγαπώ, ότι τους αγαπώ, θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστεύει ότι είναι η αγαπητή μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα.
Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται.
ΣΤΟ μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα μόνο του να πετάει.
Στους γέρους θα έδειχνα ότι τον θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη.
ΕΜΑΘΑ τόσα πράγματα από σας τους ανθρώπους, έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά.
ΕΜΑΘΑ πως, όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του για πρώτη φορά τα δάχτυλα του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα. Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί.
ΕΙΝΑΙ τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από σας, αλλά δεν θα χρησιμεύσουν, αλήθεια, πολύ, γιατί θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σε αυτή την βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθάνω.
ΝΑ λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέπτεσαι.
Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σε έβλεπα να κοιμάσαι, θα σε αγκάλιαζα σφικτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου.
ΑΝ ήξερα πως αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ’ έβλεπα να βγαίνεις από την πόρτα, θα σε αγκάλιαζα και θα σου έδινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά να σου δώσω κι άλλο.
Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούσω ξανά και ξανά.
Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σε έβλεπα, θα έλεγα… σ’ αγαπώ και δεν θα υπέθετα ανόητα ότι το ξέρεις ήδη.
ΥΠΑΡΧΕΙ πάντα ένα αύριο και η ζωή μάς δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει. Αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θέλω να σου πω πόσο σ’ αγαπώ και πως ποτέ δεν θα σε ξεχάσω.
ΤΟ αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος, σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους τελευταίους ανθρώπους που αγαπάς. Γι’ αυτό, μην περιμένεις άλλο, κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου. Πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι και φέρσου τους καλά. Βρες χρόνο για να τους πεις “συγγνώμη, συγχώρεσέ με, σε παρακαλώ, ευχαριστώ” και όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις….
ΚΑΝ’ ΤΟ σήμερα, γιατί, αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία».
Gabriel José García Márquez
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σε ευχαριστώ που ήρθες να με επισκεφτείς, Μιας και ήρθες κανε τον κόπο και γράψε εδώ το σχόλιο σου!