Νύχτα και μέρα πάντα κοπιάζει,
κόβει το ξύλο με το πριόνι,
κάθε κομμάτι πλανιάρει, σιάζει
και το φιλιάζει και το καρφώνει.
Πότε γελάει, πότε δακρύζει
κι έτσι κομμάτι ψωμί κερδίζει.
Στέκει σιμά του και τον κοιτάζει
η σύντροφός του και το παιδί του,
που ξυλαράκια χάμου αραδιάζει
και του μαγεύει την ύπαρξή του,
οπού το βλέπει να γέρνει αγάλι,
κλειόντας τα μάτια, τ' ωραίο κεφάλι.
Μαύρο ένα χέρι τη θύρα σέρνει
κι άνθρωπος μπαίνει ψηλός το σώμα,
μικρούλα κάσα του παραγγέρνει
και το παιδάκι φιλεί στο στόμα,
τους λέει, κοιτάχτε γλυκά κοιμάται,
μην το ξυπνάτε, μη το ξυπνάτε.
Ο γέρος φεύγει μ' αργό ποδάρι
κι ο ξυλοκόπος την κάσα φτιάνει.
Η σύντροφός του χλωρό χορτάρι
παίρνει και πλέκει μ' ανθούς στεφάνι.
Κι ενώ μια σκέψη του νου πλακώνει
Τον άγγελό της γοργά σταυρώνει.
Έπλεξε η μάνα τ' ωραίο στεφάνι
και λέει θλιμμένη στον ξυλοκόπο:
-Βραδιάζει η μέρα κι η νύχτα φθάνει
και κουρασμένος είσαι απ' τον κόπο,-
και στο παιδί της στρέφεται αγάλι:
-Κοίτα, του λέει τι αφράτα κάλλη!
Σκύβει γελώντας να τ' αγκαλιάσει
στο κρεβατάκι για να το βάλει,
σα φύλλο τρέμει, φριχτά φωνάζει,
νεκρό το σφίγγει μες στην αγκάλη
κι αντί στην κούνια, τρέμει, παγώνει,
μέσα στην κάσα το σαβανώνει.
Φωτο. Στέφανος Μαρτζώκης, (Ζάκυνθος, 22 Φεβρουαρίου 1855 - Αθήνα, 21 Φεβρουαρίου 1913)
Ο Στέφανος Μαρτζώκης (Ζάκυνθος, 22 Φεβρουαρίου 1855 - Αθήνα, 21 Φεβρουαρίου 1913 ) ήταν Έλληνας ποιητής. Θεωρείται ο τελευταίος από την Επτανησιακή Σχολή. Μετέφρασε επίσης έργα του Σολωμού. Αδερφός του ήταν ο επίσης λογοτέχνης, Ανδρέας Μαρτζώκης. Στην ποίησή του είχε την επιρροή του Τζάκομο Λεοπάρντι.
Γιος του λόγιου και πρόσφυγα Λουδοβίκου Μαρτζώκη, ο πατέρας του ήταν ιταλικής καταγωγής και μητέρα του ήταν η Μαρίνα Μεσσαλά. Ο Στέφανος σπούδασε φιλόλογος στο Παρίσι και μετά την επιστροφή του στα Επτάνησα, εργάστηκε ως καθηγητής ιταλικών στο Γυμνάσιο πρώτα στο Αργοστόλι (1883-85) και κατόπιν στην Αθήνα. Έπειτα από την κατάργηση του μαθήματος ο ποιητής έμεινε άνεργος και την οικονομική του κατάσταση επιδείνωσε και η αποτυχία στο γάμο του (που άντεξε 7 χρόνια), από τον οποίο απέκτησε 2 παιδιά. Η μελαγχολία που τον διακατείχε τον ακολουθούσε και στην ποίησή του. Η πρώτη του (ελληνόγλωσση) ποιητική συλλογή με τίτλο "Μπαλάντες" κυκλοφόρησε το 1889.
Για την επιβίωσή του στην ελληνική πρωτεύουσα ο Μαρτζώκης δημοσίευσε ποιήματά του σε εφημερίδες και περιοδικά. Στην Αθήνα ανέπτυξε το δικό του φιλολογικό κύκλο, στον οποίο τον φώναζαν "Ο μαέστρος". Μια από τις σημαντικότερες ποιητικές του συλλογές με τίτλο "Βάρβαροι Στίχοι" και "Νέα Ποιήματα" κυκλοφόρησε το 1906, λίγο πριν πεθάνει.
Πέθανε καθώς μεταφερόταν στο νοσοκομείο Ευαγγελισμός, μία ημέρα μετά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων, το Φεβρουάριο του 1913. Είχε τιμηθεί για το έργο του με το παράσημο του Αργυρού Σταυρού των Ιπποτών. Ο γιος του, Καίσαρ, εξέδωσε τα άπαντά του (με πρόλογο του Μαρίνου Σιγούρου, 10 περίπου χρόνια μετά το θάνατο του Στέφανου Μαρτζώκη.
Επιλεγμένα έργα του:
Μπαλάντες (1889)
Σονέτα (1900)
Νέα ποιήματα (1906)
skoulikaki διάβασα το ποίημα του Μαρτζώκη και όπως πάντα όταν έρχομαι σε επαφή με άγνωστους σε εμένα εκπροσώπους των γραμμάτων και της τέχνης έτρεξα να ενημερωθώ για το έργο του.
ΑπάντησηΔιαγραφήThanks για την ανάρτηση που ήταν το έναυσμα για…..ψαχούλεμα!
Τις φιλούρες μου
Πολύ όμορφο το ποίημα
ΑπάντησηΔιαγραφήκαι συγκινητικό το ποίημα.
Σ'ευχαριστούμε για την ευκαιρία που μας έδωσες
να γνωρίσουμε αυτόν τον εξαίρετο ποιητή.
Καλό καλοκαίρι εύχομαι!!
Στ΄αλήθεια ένας μεγάλος άνθρωπος των γραμμάτων. Αξιόλογος ποιητής.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝάσαι καλά φίλε.
Καλή σου εβδομάδα.